Προδημοσίευση ἀπὸ τὸ βιβλίο "Στὴν Αὐγὴ τῶν Εἰδώλων: Ὁ Φρειδερῖκος Νίτσε ὡς προφήτης τοῦ μηδενός" τοῦ Ἰωάννη Σαρρῆ.
Α. Διόνυσος ἐναντίον Ἀπόλλωνος
Στὸ παρθενικό του βιβλίο, μὲ τίτλο «Ἡ γέννηση τῆς τραγωδίας μέσα ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς μουσικῆς» (Die Geburt der Tragödie aus dem Geiste der Musik, 1872), ὁ Φρειδερῖκος Νίτσε ἀνέπτυξε τὴν θεωρία του σχετικὰ μὲ τὸ πῶς οἱ δελφικοὶ θεοὶ Ἀπόλλων καὶ Διόνυσος, ὡς δύο ἀντικρουόμενα πλὴν ὅμως ἀλληλεξαρτώμενα ἀρχέτυπα, ὡς σύμβολα τοῦ ὀνείρου καὶ τῆς μέθης ἀντιστοίχως, σήμαναν δύο στάσεις ζωῆς ποὺ ἐπηρέασαν ἀνταγωνιστικὰ κι ἐν τέλει συμπληρωματικὰ τὴν ἱστορικὴ ἐξέλιξη τῆς τραγωδίας καὶ γενικότερα τῆς ἀρχαιοελληνικῆς τέχνης[i]. Καθ’ ὅλη τὴν ἔκταση τοῦ ἔργου ἡ ξεδιπλούμενη σκέψη του συνδιαλέγεται ἄμεσα μὲ τὴν ὑπερ-ὀρθολογικὴ βουλησιοκεντρικὴ φιλοσοφία τοῦ Ἄρτουρ Σοπενχάουερ καὶ μὲ τὴν ῥομαντικὴ μουσικὴ τοῦ Ῥίχαρντ Βάγκνερ, στοῦ ὁποίου τὶς ἐμπνεύσεις ὁ νεαρὸς Νίτσε διέβλεπε τὴν δυνατότητα ἀναγεννήσεως τῆς τραγωδίας.