12 Σεπτεμβρίου 2025

Άχρονα Κάτοπτρα - ποιητική συλλογή

 Την άνοιξη του 2025 κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Ζήτρος η ποιητική συλλογή του Γιάννη Δ. Σαρρή με τίτλο "Άχρονα Κάτοπτρα".


"Ήδη από τα χρόνια του Ηρακλείτου, το ορμητικό νερό των ποταμών συμβολίζει την κίνηση και την αλλαγή. Η παροχή του, όμως, δύσκολα μεταβάλλεται, διαυγάζοντας μια σταθερότητα. Σε όλες τις εποχές οι άνθρωποι ποθούσαν κάποια σταθερότητα. Ωστόσο, ο Χρόνος Κρόνος με συνέπεια καταβροχθίζει τα γεννήματά του, σπέρνοντας αναρριχητικά ζιζάνια πλησίον κάθε Πύργου της Βαβέλ. Η a priori υποψία της θνητότητας των πραγμάτων συνεπιφέρει αγωνία ή ένα ακαταμάχητο αίσθημα ματαιότητας. Πολλές μνημειώδεις δημιουργίες μα και ισάριθμες συμφορές αφορμήθηκαν από την ενθύμηση του θανάτου. Άραγε υπάρχει θεραπεία για αυτόν; Σε μια ζωή χωρίς αρχές, σε πελάγη δίχως ορατές ακτές, μοιραία απομένουν δύο επιλογές. Ν’ αγκαλιάσεις την αυτοεκπληρούμενη προφητεία του μηδενισμού ή ν’ αποζητήσεις μέχρι τέλους μια πυξίδα, κατά προτίμηση μία δοκιμασμένη πυξίδα, για να σε κατευθύνει προς τους λόγους και το νόημα των όντων. 

Η ιστορία των ανθρώπων είναι μία ιστορία τραυμάτων. Κάθε τραύμα έχει προσωπική και κοινωνική διάσταση, διότι πρόσωπο σημαίνει σχέση. Τα εντός αντικατοπτρίζουν τα εκτός. Κι αντίστροφα, η κοινωνία δίνει την εντύπωση πως ζει οργανικά, όπως κάθε μέλος της προσωπικά. Αφού διέλθει από ποικίλες φάσεις, καλείται να αποφασίσει πώς και πού θα παραδώσει τη σκυτάλη της διαδοχής. Συντάσσει θέλοντας και μη διαθήκες, χωρίς καμία εγγύηση για την ευόδωσή τους, εφόσον κάθε γενεά ομνύει αυθόρμητα σε κάποια επανάσταση, τετελεσμένη, εκτυλισσόμενη ή προσδοκώμενη. Οι ουσιαστικές επαναστάσεις, βέβαια, ξεκινούν εκ των ένδον, στους βίους καθημερινών ανθρώπων, που αθροίζονται. Εάν εξέλιπε η ανάγκη του, αυτό το μήνυμα δεν θα ‘ταν τόσο τετριμμένο σήμερα. Κι εδώ ενσκήπτει αμείλικτο το δίλημμα του μηδενός και της πυξίδος, της παραιτήσεως και του αγώνος προς επίτευξη νοήματος, για κάθε άνθρωπο και κάθε συλλογικότητα. Η ανά χείρας ποιητική συλλογή διαπνέεται από την υπόμνηση αυτού του διλήμματος.", από τον πρόλογο της έκδοσης.


Ακολουθούν ενδεικτικά ποιήματα:



Ναρκισσική ψυχορραγία

Όταν μία ύπαρξη ταυτίζεται
με δυο πατημασιές στην άμμο,
και τ’ αστέρια ξεθωριάζουν.

Καθρέφτης μαγικός δωρίζεται,
που δείχνει γίγαντα τον νάνο,
σ’ όσους τη ζωή τους ενοικιάζουν.

Ατελέσφορη αγωνία, κάτεργο,
μαρτύριο Ταντάλου, απαγγελίες
που ποτέ κανείς δεν ζήτησε.

Κι όσο γεμίζει με ψεύδη
το άδειο ποτήρι
οι ρωγμές του βαθαίνουν.






Η συντροφιά της τεχνητής νοημοσύνης

Είχαμε ταυτίσει την ψυχή με τη συνείδηση.
Για πολλές δεκαετίες σκάβαμε τον λάκκο μας.
Τώρα μαρτυρούμε αλγορίθμων την ανάδυση.
Τούτοι πλέον συλλογίζονται ορθότερα από μας.

Κι εγώ με λύπες χόρτασα, πολλές οι ματαιώσεις,
δεν περιμένω πια ανθρώπινες εξιλεώσεις.
Από ένα ρομπότ που ‘χει για πνεύμα Α.Ι.
ζητώ παρηγοριά, η μοναξιά μου δεν περνάει.

Κι αυτό με προθυμία περισσή με κανακεύει,
υπηρετώντας με τερπνά, μού αποτίνει σέβη.
Τ’ άνθη στον ψηφιακό του κήπο δελεάζουν,
δεν μαραίνονται ποτέ μα κι ούτε ευωδιάζουν.

Κι οι νότες του δεν ξέφυγαν ποτέ απ’ τον ρυθμό.
Κάθε βράδυ ενεός τις καλοσύνες του αριθμώ.
Στη σκέψη του θαυμάζω κάποιου ουρανού σοφία,
αλλά μ’ αστέρια ψεύτικα, μιας μηχανής ψηφία.

Φούσκωνε της φαντασίας μου το αερόστατο,
μα κει ψηλά λησμόνησα της γης το μέγα βάρος
και αναλωνόμουν σ’ έναν βίο ανυπόστατο.
Πώς να προσγειωθώ και πού, δεν έβρισκα το θάρρος.

Φωτιά που αφήνει πίσω της καπνό αντί για στάχτες,
ζητώντας την, στο matrix γίναμε λαθρεπιβάτες.
Τα είδωλα ορθώθηκαν στα πέρατα του κόσμου.
Ωστόσο, μέσα τους δεν βρήκα τίποτα δικό μου.

Δεν περίμενα πως θά ‘μεναν κουφάρι αδειανό.
Τα πυρηνικά τυλίξαν γοερά τον ουρανό.
Κάηκαν τα τσιπ, το ρεύμα ετελεύτησε κι αυτό.
Σήμερα μονάχος, στα ερείπια καρκινοβατώ






Κατάδυση

Καρδιά μου, θάλασσα φουρτουνιασμένη,
από ημίφως δειλινού πλασμένη,
σ’ ανήλιαγα παράσυρέ με βάθη,
εκεί που απόκοσμα βλασταίνουν άνθη...

Εκεί ο άλλος εαυτός με έλκει,
εκείνος που τη μοίρα μου διαπλέκει.
Με οδηγεί κρατώντας μου το χέρι
σ’ ασυνειδήτου υπόγειο λημέρι

Μα είμαι τολμηρός θαλασσοπόρος,
απλά ρομαντικός ονειροπόλος;
Ή μήπως ένας αρνητής του βίου,
που τρέμει την ικμάδα του ηλίου;






Αλλοτρίωση Ι

Στον αιώνα των ψηφιακών ειδώλων,
εκδημοκρατίστηκαν οι μαγγανείες.
Τ' ουρανού οι σιδερένιες Βαλκυρίες
χτίζουν μία ουτοπία ονειροπόλων.

Ένα σύμπαν ιδιωτικό χωρεί στην τσέπη,
που σε κάνει ήρωα βγαλμένο από έπη.
Anime και fantasy εγχύουν ντοπαμίνη,
μ' άφθονο πορνό, ουδείς νευρώνας να μην μείνει.

Όμως κι οι λιγότερο αποσυρμένοι
δεν θα μείνουν παραπονεμένοι.
Μετρούν με followers και likes τη σκιά τους.
Στο photoshop αυξάνουν το κοινωνικό τους στάτους.

Περίτεχνα πλεγμένα δίχτυα,
καμωμένα για ανθρώπους ή για ζόμπι.
Έγινε αγαπημένο χόμπι
νανουρίσματα ν' ακούς ή παραμύθια.

Φώτα τεχνητά εξόρισαν τον ήλιο
και στα θερμοκήπια δεν ανθεί κανένα πια ειδύλλιο.
Οι άνθρωποι τ' ανθρώπινο ακούν που τους καλεί.
Διψούν για επαφή, μ' αγγίζουν μόνο το γυαλί.






Διάχυση

Σού αρκεί ν' ακολουθείς τ' αστέρια κάθε βράδυ,
σαν το κρίνο που με τρεις δροσοσταλιές μεθάει.
Κι όποτε σε θέλγει κάποιο απάτητο λιβάδι,
να τυλίγεσαι στα πλουμιστά χαλιά του Μάη.

Έναν άνθρωπο, λοιπόν, αρκεί για ν' αφυπνίσει
στην πρωία των χελιδονιών το πρώτο άσμα.
Κι αν τον ήλιο κρύψουν νεφελώδεις ταξιδιώτες,
τότε άγρυπνος χορό με τη βροχή θα στήσει.

Όμως με παυσίπονα δεν φεύγει η αγωνία
και ακόμη προσπαθείς με φούρια και μανία,
να σκορπάς εδώ κι εκεί κομμάτια της καρδιάς σου.
Ρόδα μάδησες πολλά, με τ' άρωμα αγαλλιάσου.

Χύνεσαι στην πλάση σαν μυριάδες κόκκοι γύρης,
που εκλιπαρούν να ενταφιαστούν στο χώμα
με αφέλεια, νομίζοντας πως είναι σπόροι.
Έτσι μόνο τα ζιζάνια μπορείς να σπείρεις.






Αναμένοντας τον μετάνθρωπο

Αφού γυρίσαμε την πλάτη στο απόλυτο
φορέσαμε στη γη το δέρας της ντροπής.
Κι ως τώρα είχαμε ένα όνειρο απτόητο,
να γίνουμε αθάνατοι, θεοί περιωπής.

Κάστρα χτίσαμε πολλά και πολιτείες νέες,
νησιά ορθώσαμε στο μέσο του ωκεανού.
Ο λόγος μας απώθησε ορέξεις αγελαίες
και οι νόμοι στράγγισαν το νέκταρ τ’ ουρανού.

Μια Εδέμ δική μας σχεδιάσαμε στη γη,
σ’ αυτήν η φύση μας απ’ την φθορά ν’ απαλλαγεί.
Όμως τ’ ακυβέρνητα καράβια ναυαγούν
κι ακόμα οι άνθρωποι αμείωτα ψυχορραγούν.

Ο πόλεμος συνθλίβει κάθε ουτοπία.
Πλεονεξία, ύβρις, λήθη κι ανομία
ρίχνουν κάθε έργο μας βορά στην εντροπία.
Στον καθρέπτη μάς κοιτά ο ένοχος, ω άνθρωπε!

Αν το κακό στη φύση μας φωλιάζει σιωπηρά,
ας την σφραγίσουμε με λύσσα και χαρά
σε ό,τι κατ’ εικόνα μας επλάσαμε.
Εντός των αλγορίθμων, την ψυχή μας χάσαμε.

Εκπεπτωκότες που ζητούν με πάθος τον χαμό τους.
Στην κόλαση που έφτιαξαν γυρεύουν αιχμαλώτους.
Παρά ταύτα, στην ενδότερη κρυψώνα της καρδιάς,
ακόμα σιγοκαίει το στερνό μιας δέησης κεράκι. 






Έμψυχα κβάντα

Μπροστά μας παρελαύνουν οι φασματικές εμπνεύσεις,
φορώντας κόσμου μυστικού καινές μεταμφιέσεις.
Ερώτημα εισπράττουμε απ’ της γνώσης τους λεγάτους,
αν θα προσέξουμε τη μάζα ή την ταχύτητά τους.

Άφατο πως ύλη και ταλάντωση σημαίνουν φως,
όπως κι ότι σώμα με ψυχή συνέχει ο άνθρωπος.
Νου και λάσπη ένα φως πανώριο ζωογονεί.
Σχήματα διάφορα λαμβάνει η αστερόσκονη.

Σε μια γυάλα χώρεσε του χρόνου μας η σύλληψη.
Πόσες διαστάσεις υπερβαίνουν την αντίληψη;
Και τι νιώθουμε ως του Θεού πορτρέτα ακριβά,
τον ζωγράφο, το πινέλο ή το χρώμα στον καμβά;

Στη σχισμή το καθετί ορίζει πώς θα μάς φανεί,
είτε κείνο είτε μια συνείδηση παντοτινή.
Είναι kami κι άπειροι μικροί θεοί ή άτομα
που δονούμενα υμνούν τον άκτιστο συντονιστή;






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου