21 Μαΐου 2020

Η ιστορική κοσμοθέαση του Oswald Spengler

Ducunt fata volentem, nolentem trahunt.” [Οι μεταπτώσεις της μοίρας οδηγούν τον θέλοντα και σέρνουν τον μη θέλοντα.]

Γράφει ο Γιάννης Σαρρής

1. Ο πολυσχιδής φιλόσοφος

Δεν θα τολμούσα να αποδώσω μία συγκεκριμένη και μονομερή ιδιότητα στον Oswald Spengler (1880 - 1936). Αποπειράθηκε να διεισδύσει σε κάθε γνωστικό πεδίο συμβατό με την ανθρώπινη σκέψη και αίσθηση, σε μαθηματικά, επιστήμες, τέχνες, φιλοσοφίες και ασφαλώς στην Ιστορία, την οποία δεν δίστασε να «διανοίξει» με σκοπό την συστηματοποίηση της «ανατομίας» της, ωσάν ένα οργανικό σώμα επί χειρουργικής τραπέζης. Στο εμβληματικό magnum opus του «Η Παρακμή της Δύσεως» (Der Untergang des Abendlandes) που εκδόθηκε σε δύο τόμους το 1918 και το 1922, ξεδιπλώνει μία εντυπωσιακή αντίστιξη συγκριτικών αναλύσεων που αφορούν πολλά γνωστικά πεδία και διάφορους πολιτισμούς. Παρά την κριτική που έχει δεχθεί για τον ενορατικό λόγο του και την ανακρίβεια ορισμένων λεπτομερειών, το έργο του είναι μοναδικό, μεγαλοφυές με τον δικό του τρόπο, επιδραστικότατο μέχρι τις μέρες μας και επιτάσσει σεβασμό σε φίλους και επικριτές του. Κοντολογίς, ο Spengler ήταν ενδεχομένως ο σπουδαιότερος αντιδιαφωτιστής φιλόσοφος του 20ου αιώνος που καταπιάστηκε με την ιστορία. 

14 Μαΐου 2020

Υλικός Κόσμος και Ορθοδοξία


(Τελευταία αναθεώρηση: 19/06/2022)

Η επιστήμη, η τέχνη, η παράδοση ακόμη και η θρησκεία ενός πολιτισμού συνιστούν μεθοδολογικά διαφορικές εκδηλώσεις του τρόπου δια του οποίου οι φορείς του αντιλαμβάνονται τον κόσμο. (Ας σημειωθεί, εν τω μεταξύ, ότι η Ορθοδοξία δεν θεωρείται θρησκεία από τους ακολούθους της.) Προτού αντιπαραβάλει κάποιος την «ενιαία και καθολικά αποδεκτή» αλήθεια των θετικών επιστημών, οφείλω να τονίσω πως κάθε κουλτούρα ανά την ιστορία δίνει έμφαση σε έναν ιδιαίτερο τύπο μαθηματικών, συμβατό με την πρωτογενή ψυχική κλίση της. Ο Oswald Spengler στην «Παρακμή της Δύσεως» έχει υπεραναλύσει τέτοιους συσχετισμούς [1]. Η ευκλείδειος γεωμετρία των αρχαίων Ελλήνων βασιζόταν στην σωματική αντίληψη του μέτρου και της αρμονίας, η άλγεβρα των Αράβων στον συμβολισμό, τα δυτικά μαθηματικά (συναρτήσεις, απειροστικός λογισμός) στην λαχτάρα για υπέρβαση των ορίων της στιγμιαίας οράσεως. Από την εποχή του ιερού Αυγουστίνου έως το «cogito ergo sum» του Καρτεσίου και τον Καντ, στην δυτική Ευρώπη κλιμακωνόταν η προσπάθεια για παράκαμψη των υποκειμενικών αισθήσεων και ερμήνευση των πάντων μέσω της «καθαρής λογικής». Απότοκα αυτής υπήρξαν ο Διαφωτισμός και ο ορθολογισμός της Νεωτερικότητος, το πνεύμα της οποίας επικράτησε στον δυτικό πολιτισμό από τον 17ο έως τον 20ο αιώνα. Στα πλαίσια αυτής, οι περισσότερες εκφάνσεις της ζωής (από την οικονομολογία έως την ψυχολογία) εκφράζονται με όρους νευτώνειας φυσικής: δυνάμεις, επιταχύνσεις, ροπές, έργα, μεταβολές και διατήρηση ενέργειας. Μολαταύτα, στις μέρες μας, ο ορθολογικός νεωτερικός πολιτισμός κλυδωνίζεται μεταλλασσόμενος ενώπιον του χαοτικού σχετικισμού της Μετανεωρικότητος.

Κατά τον 20ο αιώνα τα άλματα της κβαντικής φυσικής απέδειξαν ότι οι νευτώνειοι νόμοι, ως προϊόντα της ανθρώπινης λογικής, δεν έχουν καθολική ισχύ αφού δεν διέπουν όλα τα φυσικά φαινόμενα του σύμπαντος. Ένα παράδειγμα απετέλεσε η αρχή της απροσδιοριστίας του Heisenberg. Ένα άλλο παράδειγμα η διερεύνηση της φύσεως του φωτός. Ήδη από τον 19ο αιώνα, ο J.C. Maxwell είχε αποδείξει ότι το φως αποτελεί εγκάρσιο ηλεκτρομαγνητικό κύμα (απλή μετάδοση μίας κινήσεως στον χώρο). Μεγάλη σύγχυση ενέσκηψε στην επιστημονική κοινότητα όταν αργότερα oι M. Planck και A. Einstein περιέγραψαν το φως ως ύλη (άθροιση σωματιδιακών κβάντων-«φωτονίων»). Αμφότερες οι προσεγγίσεις έμοιαζαν σωστές και επαληθεύονταν πειραματικά. Εξ άλλου, τα μαθηματικά δεν ψεύδονται. Η λύση στο παράδοξο δόθηκε από τον Γάλλο Louis De Broglie (νόμπελ 1929) [2], ο οποίος συνέζευξε τις δύο θεωρίες, με την οριστική επιβεβαίωση να έρχεται από την εξίσωση του E. Schrödinger: Το φωτόνιο -και γενικά κάθε κινούμενο μικροσωματίδιο του κόσμου μας- είναι ένα, αλλά παρουσιάζει δύο φύσεις. Εκδηλώνεται είτε ως κύμα είτε ως ύλη, ανάλογα με τις πειραματικές συνθήκες. Τέτοια διατύπωση συνθλίβει την στενή λογική μας. Ωστόσο, δεν μας θυμίζει και το Χριστολογικό δόγμα όπως είχε εκφρασθεί στις πρώτες χριστιανικές Οικουμενικές Συνόδους; Σύμφωνα με το Χριστολογικό θεολογικό δόγμα (από τα πρώτα και σπουδαιότερα του Xριαστιανισμού), ο Ιησούς Χριστός είναι το Πρόσωπο που συνδυάζει συγχρόνως τέλεια θεϊκή και τέλεια ανθρώπινη φύση ενωμένες «ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως και αχωρίστως» [3].

Προς αποδόμηση της πεποιθήσεως περί υποχρεωτικής συγκρούσεως μεταξύ επιστήμης και πίστεως, τώρα θα θίξουμε ένα άλλο ζήτημα, κάπως γνωστότερο. Τον 4ο αιώνα μ.Χ., στο Ἁπολογητικὸν περὶ τῆς Ἑξαημέρου, ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης εξηγεί ότι ο Θεός δημιούργησε το Σύμπαν σε μια στιγμή εμφυσώντας σε αυτό νόμους, ώστε να συνεχίσει να πορεύεται μόνο του [4]. Καθώς η φύση «ανεβαίνει τα σκαλοπάτια της», το κάθε τι εμφανίζεται στην ώρα του. Αυτή η προσέγγιση συμφωνεί με το κοσμολογικό μοντέλο του «Bing Bang», το οποίο ενεπνεύσθη ο πιστός Ορθόδοξος μαθηματικός Alexander Friedmann και τελειοποίησε ο ρωμαιοκαθολικός ιερέας Eduard Lemaitre. Το σύμπαν δημιουργήθηκε εκ του μηδενός ή -με θεολογικούς όρους- εκ του «μὴ ὄντος». Θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι αυτή η προσέγγιση συνάδει και με την Εξέλιξη των Ειδών: «Οὐκοῦν εἰκότως, καθάπερ διὰ βαθμῶν ἡ φύσις, τῶν τῆς ζωῆς λέγω ἰδιωμάτων, ἀπὸ τῶν μικροτέρων ἐπί τὸ τὲλειον ποιεῖται τὴν ἄνοδον» (Περὶ τῆς Ἑξαημέρου Κεφ. Η΄) [5]. Άλλως τε, στην Γένεσι συναντούμε για τον άνθρωπο το ρήμα bara (δημιουργώ εκ του μηδενός) και το ρήμα asah (δημιουργώ από προϋπάρχον υλικό, μεταπλάθω) [6]. Η ύπαρξη μίας «μιτοχονδριακής Εύας» (πιο πρόσφατης κοινής προγόνου όλων των ανθρώπων πολύ πριν αυτοί εξελιχθούν φυλετικά) και ενός «Υ-χρωμοσωμικού Αδάμ» (κοινού προγόνου όλων των ανδρών) έχει προταθεί από την σύγχρονη γενετική [7], ύστερα από συγκριτική ανάλυση ανθρωπίνων γονιδιωμάτων. Όλα αυτά συνηγορούν υπέρ μίας (ελεγχόμενης;) «Εξελίξεως» (και σε επιστημονικό επίπεδο, έχει διατυπωθεί η άποψη πως οι πιθανότητες για εντελώς τυχαίες φυσικές επιλογές είναι κυρίως σε βιοχημικό επίπεδο απειροελάχιστες). Βέβαια, στους αλληγορικούς συμβολισμούς των ιερών κειμένων δεν θα απαντηθούν επιστημονικές αναλύσεις. Από την άλλη πλευρά η βιολογία και εν γένει η επιστήμη, παρά την δεδομένη πρόοδό τους, αδυνατούν να εξηγήσουν την σκοπιμότητα πολλών φυσικών διεργασιών (λ.χ. Γιατί η πνευματική εξέλιξη του ανθρώπου είναι τόσο διαφορετική από του χιμπατζή; Aπό πού πηγάζει η ενθαλπία στο σύμπαν και τα βιοσυστήματά του, η οποία αποσοβεί την αυθόρμητη εντροπία;) [8]. Η μεν επιστήμη ανακαλύπτει το πώς και το πότε· η δε πίστη προσδοκά στην αποκάλυψη του ποιος και του γιατί. Σκοπός της πίστεως είναι η αναβάθμισή της σε βιωματική γνώση και σε γνώση του αληθινού Θεού, μέσω των ενεργειών Του, όπως είναι και η δημιουργία του κόσμου. Γι’ αυτό και ο Δαυίδ στον 103ο Ψαλμό αναφωνεί: «ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου, Κύριε· πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας».

Πολλές ορθόδοξες έννοιες χαρακτηριζόμενες σαν παράδοξες μέχρι πρότινος δεν δύνανται να καταρριφθούν πλέον. Ας μιλήσουμε για τον χρόνο. Τον 6ο αιώνα ο βυζαντινός λόγιος Ιωάννης Φιλόπονος θεώρησε τον χρόνο ως μέτρηση κινήσεως, η οποία καθορίζεται βάσει σημείων αναφοράς που δηλώνουν το παρόν και ονομάζονται «νυν» [9]. Τα «νυν» διαφοροποιούν το παρόν από το παρελθόν. Χάρη στις πρόσφατες θεωρίες της σχετικότητος, σήμερα γνωρίζουμε την σχέση του χρόνου με την κίνηση, αλλά και το αναληθές της υποκειμενικής αντιλήψεως περί γραμμικής κατευθύνσεώς του με σταθερή ταχύτητα. Στο «παρόν» υπάρχουν τόσοι χρόνοι όσα τα όντα που κινούνται προς διαφορετική κατεύθυνση ή με διαφορετική ταχύτητα. Εφόσον κάποιος κάνει ένα βήμα σε έναν μακρινό γαλαξία, θα βρεθεί αιώνες πριν ή μετά από τον δικό μας «χρόνο». Σύμφωνα με την ορθόδοξη θεολογία, ο Θεός είναι «άχρονος, πανταχού παρών και τα πάντα πληρών» [10]. Ανθρωπομορφικά και απλοϊκά σκεπτόμενοι, υποθέτουμε πως εάν ο Θεός βρισκόταν σε μία άλλη διάσταση θα μπορούσε να βλέπει την ιστορία του κόσμου ακουμπισμένη σε ένα «τραπέζι» ως άπειρα χωροχρονικά καρέ μίας «ταινίας» και να ανασυνδυάζει τα στιγμιότυπα κατάλληλα, ώστε να προσφέρει στον κάθε άνθρωπο ευκαιρίες για την σωτηρία του. Κάπως έτσι θα μπορούσαμε να καταλάβουμε διανοητικά την περιβόητη «Θεία Πρόνοια». Τοιουτοτρόπως, ο άνθρωπος έχει ελευθερία και ο Θεός γνωρίζει το μέλλον του χωρίς να το προδιαγράφει (βλ. προφητείες).

Παρά ταύτα, στις Νευροεπιστήμες παρουσιάζονται ορισμένες φωνές που αμφισβητούν την ελεύθερη βούληση, υποστηρίζουσες ότι ο εγκέφαλος σχεδιάζει τις κινήσεις μας προτού αυτές γίνουν συνειδητές και εκτελεσθούν. Κατά συνέπεια, αναβιώνει μία αντιβουλησιαρχική και φαταλιστική μεταφυσική, βάσει της οποίας οι αποφάσεις μας προκαθορίζονται μηχανικά και αυτοματοποιημένα από γεγονότα του περιβάλλοντος και βιολογικές/ γονιδιακές προδιαθέσεις. Πράγματι, ένα πείραμα του B. Libet από το 1985 [11] και ένα άλλο του Ινστιτούτου Max Planck από το 2008 [12], που αφορούσαν το πάτημα κουμπιών, έδειξαν ότι τα εγκεφαλικά κέντρα που ήταν υπεύθυνα για την συγκεκριμένη κίνηση που επρόκειτο να ακολουθήσει ενεργοποιούνται ελάχιστα πριν οι συμμετέχοντες αναφέρουν ότι «συνειδητοποίησαν» την απόφασή τους για την τελική κίνηση. Ωστόσο, οι επιστήμονες αμφοτέρων των πειραμάτων δεν απέκλεισαν το ενδεχόμενο μίας «ελευθέρας βουλήσεως» που δρα εγκριτικά ή ανασταλτικά μόλις πριν την εκδήλωση (ή αναστολή) της ασυνείδητα σχεδιασμένης κινήσεως (που εδώ είναι το πάτημα ενός κουμπιού, όχι κάτι που συμπλέκεται με συναισθήματα, βαθύτερες ενορμήσεις, ιδέες ή ηθικές πεποιθήσεις). Ο Χριστιανισμός δεν αντιτίθεται σε μια τέτοια θεώρηση. Στο κατά Ματθαίον 5:28, ο Χριστός λέγει ότι «πᾶς ὁ βλέπων γυναῖκα πρὸς τὸ ἐπιθυμῆσαι αὐτὴν ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτὴν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ». Ένας πονηρός λογισμός θεωρείται από μόνος του αμαρτία χωρίς απαραίτητα την εκτέλεση της πράξεως, διότι είναι πρόπλασμα αυτής. Αυτό το νόημα έχει η νουθεσία για αποχή από πειρασμούς και αισθητικά ερεθίσματα που, συν τω χρόνω, διαφθείρουν τα μη συνειδητά μέρη του νου. Ο (εκούσιος ή ακούσιος) λογισμός απέχει ελάχιστα από την πράξη και το όριο μεταξύ τους μπορεί να είναι μία μικρή ώθηση, ένας πειρασμός. Βεβαίως είναι εφικτή και η αυτοσυγκράτηση. Στα πλαίσια αυτής της θεολογίας, τα αμαρτήματα μπορούν να εκτυλίσσονται σε μία διαβάθμιση βαρύτητος, «ἐν λόγῳ ἢ ἐν ἔργῳ, κατὰ νοῦν καὶ διάνοιαν, ἐν γνώσει ἢ ἐν ἀγνοία, ἑκουσίως ἢ ἀκουσίως». Η επιστήμη απέχει ακόμη αρκετά από τα μέσα που θα της εξασφαλίσουν την ασφαλή διερεύνηση των προαναφερθεισών εννοιών, εάν αυτή καταστεί ποτέ δυνατή.

Ας έλθουμε τώρα στο ζήτημα των διαστάσεων, το οποίο εξίταρε εδώ και πολύ καιρό την φαντασία της ανθρωπότητος. Με βάση μελέτη του φαινομένου Hall που απέσπασε το νόμπελ φυσικής του 2016, δύο ομάδες επιστημόνων σε Ευρώπη και Αμερική διεξήγαγαν κβαντομηχανικό πείραμα ενδεικνύον την ύπαρξη τετάρτης χωρικής διαστάσεως [13]. Όπως ένα τρισδιάστατο αντικείμενο αφήνει δισδιάστατη (επίπεδη) σκιά, έτσι από την δυνατότητα πειραματικής ανιχνεύσεως τρισδιάστατης σκιάς υπετέθη η ύπαρξη τετραδιάστατης ύλης. Τον Ιανουάριο του 2018 τα νέα έκαναν τον γύρο του κόσμου. Προς τα κει οδηγούσε και η Θεωρία των Υπερχορδών [14] (ειρήσθω εν παρόδω ότι το σύμπαν παρομοιάζεται με ταλαντούμενη χορδή και στο «Περί ψυχής αποριών β’» του Πλωτίνου). Φαντασθείτε για μια στιγμή ότι είστε ζωγραφιά δύο διαστάσεων επί χάρτου και ξαφνικά ένας άνθρωπος τριών διαστάσεων αρχίζει να προσθέτει πινελιές στο περιβάλλον σας. Εσείς θα είχατε δίπλα σας τους νέους χρωματισμούς, αλλά με κανέναν τρόπο δεν θα βλέπατε το χέρι (μόνον το αποτέλεσμα της ενεργείας του). Λοιπόν, παραπλήσιες έννοιες παρουσιάζονται και στην Ορθόδοξη θεολογία.

Από την ορθόδοξη δογματική, όπως διατυπώθηκε στην μακραίωνη πατερική παράδοση και επικυρώθηκε στις έχουσες Οικουμενικό Κύρος Συνόδους της Κωνσταντινουπόλεως (1341-1351) [15], απορρέει το δόγμα των Ενεργειών. Ο Άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός τον 8ο αιώνα μίλησε για έναν άκτιστο και άτρεπτο Θεό -τον μόνο αδημιούργητο, ο οποίος δημιούργησε την συνεχώς μεταβαλλόμενη/ ρευστή κτιστή φύση [16]. Ο απειροδιάστατος Θεός είναι άκτιστος ουσία που διά των ακτίστων ενεργειών Του δημιούργησε την κτίση. Ο άνθρωπος ως κτίσμα αισθάνεται μονάχα τα αποτελέσματα της ακτίστου ενεργείας Του και θεώνεται (γίνεται άγιος), όταν μετέχει σε αυτήν κατά Χάριν, με την συμμετοχή του στα Ιερά Μυστήρια της Εκκλησίας. Ο (πανεπιστήμων) Μέγας Βασίλειος πίσω από την Φύση διέβλεπε την σοφία των ενεργειών του Θεού (Εξαήμερος Α΄, 7-9). Κατά την Μεταμόρφωση του Σωτήρος στο όρος Θαβώρ, ο Κύριος επαρουσιάσθη στους μαθητές Του πλαισιωμένος από «άκτιστο φως» [17]. Τότε οι μαθητές βίωσαν την άκτιστη ενέργειά Του, γεύθηκαν Παράδεισο.

Εν τούτοις, η ρωμαιοκαθολική εκκλησία απέρριψε αυτήν την διδασκαλία [18], ταυτίζουσα την ουσία του Θεού με την ενέργειά Του και θεωρούσα την χάρη του Θεού στον κόσμο κτιστή και συνεπώς κριτικά-αφαιρετικά προσδιορίσιμη. Αυτή δεν ήταν η πρώτη «αίρεση» (παρέκκλιση από τα συνοδικώς αναγνωρισμένα «Δόγματα της Πίστεως» και την ορθόδοξη παράδοση) των παπικών, αφού νωρίτερα είχαν προσθέσει αυθαίρετα στο Σύμβολον της Πίστεως το filioque (9ος-11ος αιών), ύστερα από πίεση των Γερμανών αυτοκρατόρων που ανταγωνίζονταν το Βυζάντιο πολιτικά [19]. Αυτή η «καινοτομία» εγκαινίασε την τάση των ρωμαιοκαθολικών για εκλογίκευση της θεολογίας και αποδοκιμασία της προσευχής [20] ως εσωτερισμού και μυστικού-μεταρσιωτικού βιώματος. Τα πάντα πλέον άρχισαν να είναι λογικώς διαχειρίσιμα και δεν έπρεπε να υφίσταται διαφορά στην μεθοδολογία των επιστημών και της θεολογίας. Κάπως έτσι, εκκολάφθηκε από ρασοφόρους διανοητές -σαν τον Θωμά Ακινάτη- το κίνημα του Σχολαστικισμού, που θα μπορούσε να παραπέμψει στην Ιερά Εξέταση όποιον αμφισβητούσε π.χ. το γεωκεντρικό σύστημα του Πτολεμαίου. Με την πρόοδο της επιστήμης και την εναντίον του πολεμική, ο ρωμαιοκαθολικός Σχολαστικισμός ξεπεράσθηκε κατά την εποχή του μπαρόκ, αλλά ο καρπός των ορθολογιστικών αναλύσεών του ίσως να κληροδοτήθηκε στην (δυτική) νεωτερικότητα. Βέβαια, μέχρι τότε η παπική επιβολή δεν είχε περιορισθεί στις επιστήμες· η υλική θέση που διεκδικούσε μέσα στον κόσμο συγχρωτιζόταν και με άλλα πεδία ανθρωπίνης δραστηριότητος, όπως η πολιτική (βλ. παποκαισαρισμό) [21]. Οι συγκρούσεις ανάμεσα σε Βατικανό και μεσαιωνικούς ηγεμόνες (λ.χ. Φρειδερίκο Μπαρμπαρόσσα) κατά πρώτον ή νεωτερικά έθνη-κράτη κατά δεύτερον αποσκοπούσαν στην διανομή της εξουσίας, σε πρωτοκαθεδρία θεσμών. Μεταγενέστερα, ο υλιστικός προτεσταντισμός και άλλες κοινωνικοανατρεπτικές κινήσεις και ομάδες εκμεταλλεύθηκαν βέλτιστα τέτοιες δυσαρμονίες μεταξύ θρησκείας και πολιτικής, προκειμένου να προαγάγουν την νεωτερικότητα.

Δηλαδή η πίστη δεν πρέπει να συγχέεται με την επιστήμη; Τότε ποιο είναι το νόημα των πρώτων παραγράφων; Δεν αποδεικνύουν την ύπαρξη Θεού και την ορθότητα της Ορθοδοξίας; -Όχι, δεν νομίζω, απλώς παρέχουν ενδείξεις. Αποδεικνύουν όμως ότι μεταξύ επιστήμης και Ορθοδοξίας δύναται και οφείλει να λαμβάνει χώρα γόνιμος (και για τις δύο πλευρές) διάλογος· συνυπάρχουν αρμονικώς και παραλλήλως, καθόσον επιστρατεύουν διαφορετικές μεθοδολογίες για διαφορετικούς σκοπούς. Όποιος υποστηρίζει το αντίθετο έχει εγκλωβισθεί σε ιδεολογικές προκαταλήψεις (θετικιστικές ή θρησκόληπτες). Όπως έχει επισημάνει και ο π. Νικόλαος Λουδοβίκος, ο Θεός αποφεύγει τα πολλά «θαύματα», επειδή επιθυμεί να Τον αναζητήσει ο άνθρωπος αυτοβούλως, ώστε να Τον αγαπήσει. Η καθολική απόδειξή Του θα επέτασσε την λατρεία Του και θα σήμαινε τυραννία για την μικρότητα του ανθρώπου, καταλύουσα την θεόσδοτη ελευθερία της βουλήσεως εκείνου [22]. Επομένως, η επιστήμη μέσω λογικής διερευνήσεως και πειράματος ανακαλύπτει νόμους, ενώ η πίστη μέσω ψυχικής ασκήσεως και (δια)προσωπικού βιώματος δέχεται αποκάλυψη ακτίστου φωτός και «δογμάτων». Εξετάζουν δηλαδή με διαφορετική προοπτική την πραγματικότητα. Η επιστημονική διερώτηση περατώνεται στην παραγωγή τεχνολογιών που αναβαθμίζουν την ποιότητα ζωής, ενώ η πίστη (ή εμ-πιστο-σύνη) τελειούται στην βιωμένη και αγαπητική σχέση (και δια αυτής, στην βιωματική γνώση) μετά του προσώπου του Κυρίου. (*H (βιο)ηθική σαν φαινομενική σύγκλιση των δύο αφορά την κοινωνική διαχείριση των επιστημονικών επιτευγμάτων.)

Εξ άλλου, ο Χριστός το δήλωσε ξεκάθαρα: «ἀπόδοτε οὖν τά τοῦ Καίσαρος τῷ Καίσαρι καί τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ» (Κατά Ματθαίον 22:21). Ο Θεός Λόγος σαρκώθηκε μέσα στην κτίση Του για να λυτρώσει δια της σταυρικής αυτοθυσίας Του την ψυχή του ανθρώπου από το προπατορικό της αμάρτημα, διανοίγοντας γι’ αυτήν τις πύλες του Παραδείσου. Ο υλικός κόσμος είναι αυτός που είναι. Καθ’ όλην την διάρκεια της ιστορίας του, η σοφία της Θείας Πρόνοιας εναλλάσσεται με την φθαρτότητα του ανθρώπου (θανάτους, αδικίες) και το «προπατορικό αμάρτημά» του, το οποίο συμβολίζει την φθαρτότητα και σχετίζεται με την διαχρονική φαντασίωσή του να γίνει θεός με τις δικές του δυνάμεις (και ως εκ τούτου, επάγει τις παιδαγωγικές παρεμβάσεις της Θείας Πρόνοιας-Οικονομίας) [23]. Η ελεύθερη βούληση μπορεί να αναγάγει τον άνθρωπο σε κατά Χάριν θεό ή να τον υποβιβάσει σε κατά πράξιν δαίμονα. Ο υλικός κόσμος δεν είναι αγγελικός και ο Χριστός, σεβόμενος την ελευθερία μας, δεν τον αναποδογύρισε. Τόνισε την διαφθοροποιό δύναμη του χρήματος [24] και στάθηκε απέναντι στις αυθαιρεσίες της εξουσίας (Γραμματέων και Φαρισαίων), αλλά δεν έθιξε την κοσμική εξουσία ως φαινόμενο και πραγματιστική αναγκαιότητα. Ο Κύριος διδάσκει αγαθοεργίες και έμπρακτη αγάπη προς τον συνάνθρωπο, ενώ ευλογεί τις προσπάθειες των πιστών για την σώφρονα διαχείριση των επίγειων προβλημάτων. Σε πνευματικό επίπεδο, δεν υπάρχουν καλό και κακό ως αντίστροφες οντότητες όπως στην μανιχαϊστική ηθική· υπάρχει μόνον ο Θεός και η «απουσία» Του, το μὴ ὄν [25], στο οποίο πρώτος εξέπεσε ο εωσφόρος εξαιτίας της διεστραμμένης προαιρέσεως και του εγωισμού του. Υπάρχει μόνον το καλό και η διαστροφή της προαιρέσεως, εξαιτίας της οποίας το φως του Θεού εκλαμβάνεται ως καυστικό και ανεπιθύμητο. Εν τούτοις, στο σύντομο πέρασμά μας από την θνητή ζωή, αντιμετωπίζουμε ένα δυναμικό δίκτυο αλληλεπιδρωσών βουλήσεων και εργασιών, μέσα στο οποίο η Ορθοδοξία νουθετεί αλλά δεν προδικάζει. Η νομική διαρρύθμιση των ανθρωπίνων σχέσεων αποτελεί ευθύνη του κράτους.

Στο ορθόδοξο Βυζάντιο, όπως και στην μετέπειτα ορθόδοξη Ρωσία κατά περιόδους, αυτή η αντίληψη επικρατούσε και εκφραζόταν με την έννοια της «Συμφωνίας» ή «Συναλληλίας». Βάσει της Συμφωνίας, οι θεσμοί της Εκκλησίας και του Κράτους αλληλοσυμπληρώνονται, επιδεικνύοντας αμοιβαίο σεβασμό, ενώ ουδείς εξ αυτών θεωρεί ότι κυριαρχεί επί του άλλου [26]. Κατά τον Ιωάννη Τσιμισκή, ο Θεός είχε ορίσει τον αυτοκράτορα να μεριμνά για τα σώματα και τον πατριάρχη για τις ψυχές των Ρωμαίων [27]. Παρότι ουκ ολίγες φορές αυτοκράτορες παρενέβαιναν στα διοικητικά της εκκλησίας διότι είχαν την πολιτική δύναμη να το κάνουν, δεν ηδύναντο να αγγίξουν την θεολογική ουσία της Ορθοδοξίας (και όποτε τόλμησαν απέτυχαν παταγωδώς, αφού η ορθόδοξη παράδοση ήταν ριζωμένη στην λαϊκή συνείδηση) [28]. Αντιστρόφως, τα πολιτικά τεκταινόμενα ελάχιστα επηρεάζοντο από την εκκλησία ως θεσμό (πολλά γεγονότα της βυζαντινής ιστορίας μόνον ως χριστιανικά δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν). Παρά ταύτα, ένας στοιχειώδης «φόβος (=σεβασμός) Θεού» διέπνεε την σκέψη των πλείστων φορέων πολιτικών και κοινωνικών θεσμών. Ετούτο το πλαίσιο συνιστά αναγκαία και επαρκή συνθήκη για την δόμηση ενός κατά δύναμιν θεοσεβούς κράτους, το οποίο ο -ολίγον καισαροπαπιστής- C. Schmitt θα παραλλήλιζε με το «Κατέχον» [29] που συγκρατεί σε ασφαλή όρια τις πνευματικά αποδομητικές τάσεις εντός της κοινωνίας (βέβαια, τέλειο κράτος επί γης είναι ανέφικτο).

Κανονικά ως Εκκλησία ορίζεται το σύνολο των βαπτισμένων Χριστιανών με κεφαλή τον ίδιο τον Χριστό [30]. Οι Απόστολοι του Χριστού διέδωσαν την διδασκαλία Του και για την κατά τόπους τέλεση μυστηρίων και την πνευματική καθοδήγηση των πιστών έχρισαν επισκόπους, οι οποίοι με την σειρά τους έχρισαν ιερείς και νέους επισκόπους και ούτω καθεξής. Το ιερουργικό «δικαίωμα» ενός ιερωμένου απορρέει από την αποστολική διαδοχή του χρίσματός του. Στο Ευαγγέλιο αποκαλύπτεται με προσιτό τρόπο ο Λόγος του Θεού, ώστε αργότερα -προς αποφυγήν υποκειμενικών πλανών- να ερμηνευθεί από συνοδικώς επικυρωμένα πατερικά κείμενα αγίων (των «επιστημόνων» της πίστεως). Στο Ευαγγέλιο εντοπίζεται το πρώτο Μυστήριο της Εκκλησίας (ο Μυστικός Δείπνος). Δια των Μυστηρίων ο πιστός λαμβάνει την θεία χάρη του Αγίου Πνεύματος, κοινωνώντας με τον Θεό και τους συνανθρώπους του. Η τέλεση και η συνέχισή τους στον χρόνο, όπως και ολάκερη η Ορθοδοξία, βασίζεται στην έννοια της ζώσης Παραδόσεως [31]. Η προσευχή, τα πατερικά κείμενα, τα παραδείγματα αγίων της κάθε εποχής, οι Οικουμενικές Σύνοδοι (όπου αποτυπώνονται τα θεόπνευστα δόγματα) και η τέλεση των Μυστηρίων συγκροτούν ένα πλαίσιο εντός του οποίου διασφαλίζεται η σωτηρία του ανθρώπου. Η παράδοση κρίνεται σπουδαία σε όλες τις πτυχές της ζωής. Διαμορφώνει προσωπικές και συλλογικές ταυτότητες, κλίσεις, συμπεριφορές και τον βατήρα της περαιτέρω προόδου. Ομοίως και στην επιστήμη, ο Ισαάκ Νεύτων παρεδέχθη ότι μπόρεσε να δει μακριά επειδή πάτησε σε ώμους γιγάντων [32].

Αναφορικά με την ελληνική παράδοση, ίσως μία αρχέγονη σκυτάλη να έχει παραδοθεί από την εκκλησία του δήμου και τις χριστιανικές συνόδους στις ρωμαίικες κοινότητες επί τουρκοκρατίας και το ταπεινό χωριουδάκι της υπαίθρου, στο οποίο δεμένοι μεταξύ τους άνθρωποι έτυχε να περισώσουν πανάρχαια έθιμα. Δεν είναι του παρόντος να διερωτηθούμε πότε και πώς ράγισε η αλυσίδα, παρά να επισημάνουμε την καθοριστική συμβολή της Ορθοδοξίας στην διαιώνιση (και) της εθνικής μας παραδόσεως. Μερικά ενδεικτικά παραδείγματα αποτελούν τα «κρυφά» σχολειά, η συντήρηση της γλώσσης στα εκκλησιαστικά κείμενα, το «τιμημένο ράσο του 21’» και κυρίως οι μύθοι σχετικά με την Πόλη και την παλινόρθωση της Ρωμανίας.

Συνεπώς, αν και η Ορθοδοξία είναι υπερεθνική, όχι απλώς δεν υπονομεύει την έννοια του έθνους, αλλά ως συνδετικός κρίκος μεταξύ των φορέων του δύναται να μπολιάσει την παράδοσή του. Παρά την αναντίρρητη ελληνική σφραγίδα της (γλώσσα Ευαγγελίων, βυζαντινή παράδοση κ.α.), είτε κοιτάξουμε στους σλαβικούς λαούς είτε στους εκχριστιανισθέντες πληθυσμούς της Αφρικής, θα διαπιστώσουμε ότι η Ορθοδοξία έχει εναρμονισθεί με την εντόπια λαογραφία. Επί τούτου, όταν οι Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος ανέλαβαν την ιεραποστολή σε κεντρική και ανατολική Ευρώπη, δημιούργησαν ένα νέο αλφάβητο για τους προσηλύτους, ενώ η Κωνσταντινούπολις ανέχθηκε την θέσπιση τοπικών επισκοπάτων και πατριαρχείων. Όπως θα ανέμενε κανείς, η υπεράσπιση της «Ορθοδοξίας» ενίοτε εντασσόταν σε περισσότερο ή λιγότερο επιθετικές εθνικιστικές ρητορικές. Άλλως τε, το φαινόμενο πολιτικής διαπλοκής ρασοφόρων της εκκλησιαστικής ιεραρχίας μπορεί να συμβαίνει ακόμη και στις μέρες μας. Όταν οι Βούλγαροι ίδρυσαν την Εξαρχία στοχεύοντες στην προώθηση της ανθελληνικής δράσεως των κομιτατζήδων, οι Ελληνορθόδοξοι του Οικουμενικού Πατριαρχείου κατεδίκασαν τον εκκλησιαστικό «εθνοφυλετισμό» (Μεγάλη Σύνοδος του 1872) [33], ο οποίος αναφέρεται στην πολιτική εργαλειοποίηση της Ορθοδοξίας για την πραγμάτωση εθνικιστικών επεκτατισμών και ερίδων. Στην Δευτέρα Παρουσία άπαντες θα κριθούν δικαίως ενώπιον του Θεού, ανεξαρτήτως καταγωγής. Κατά τ’ άλλα, από πουθενά δεν συνάγεται η δογματική εναντίωση της Ορθοδοξίας στο έθνος, την φυλή και άλλες φυσικά οριζόμενες έννοιες. Για να είμαστε ειλικρινείς, της είναι αδιάφορες από δογματικής πλευράς, όμως μπορεί να ευλογήσει οποιαδήποτε δίκαιη ενέργεια, όπως λ.χ. η περίθαλψη αναγκεμένων προσφύγων ή η υπεράσπιση πατρίδων, βωμών και εστιών [34].

Η παγκοσμιοποίηση, όπως εκτυλίσσεται στην πράξη ως μία άκρατη λύση των ορίων και ισοπέδωση της διαφορετικότητος, οδηγεί στην άκριτη ομογενοποίηση των ανθρώπων και των εθνών και ουδέποτε απετέλεσε πνευματικό πρόταγμα της Ορθοδοξίας. Η απορρέουσα εκ της ενότητος της «Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας» πνευματική οικουμενικότητα δεν προεξοφλεί ούτε προϋποθέτει πολιτική ή πολιτισμική παγκοσμιοποίηση. Εξ άλλου, δεν προκύπτει από τον Χριστιανισμό η γνωστική αντίληψη ορισμένων [35] ότι ο υλικός κόσμος είναι ελαττωματικά πλασμένος και πρέπει, χωρίς Θεό, να αποκαθαρεί με την οικουμενική επιβολή αποκλειστικά της δικής τους ιδεοληψίας. Τουναντίον, τέτοιες αντιλήψεις τείνουν να απογυμνώσουν τον Χριστιανισμό, υποβιβάζοντάς τον σε άθεο ουμανισμό. 



1. Oswald Spengler (1918), “Η Παρακμή της Δύσης: περιγράμματα μιας μορφολογίας της παγκόσμιας ιστορίας” Τόμ.Α΄ (Μορφή και Πραγματικότητα), μφρ. Λευτέρη Αναγνώστου, εκδ. Τυπωθήτω 2003.
2. Richard Feynman, “QED: The Strange Theory of Light and Matter”, Penguin 1990, σ.84
3. Γεώργιος Μαρτζέλος, “Γένεση και Πηγές του Όρου της Χαλκηδόνας”, εκδ. Πουρναράς 1986, σ.235-239
4. «...ἡ ἀρχὴ τῆς κοσμογονίας ὑποτίθεται, ὅτι διὰ πάντων τῶν ὄντων τὰς ἀφορμὰς καὶ τὰς αἰτίας συλλήβδην ὁ θεὸς ἐν ἀκαρεῖ κατεβάλλετο...», βλέπε: Γρη-γορίου Ἐπισκόπου Νύσσης, Ἀπολογητικὸς πρὸς Πέτρον τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, περὶ τῆς Ἑξαημέρου PG 44, Patrologiae Graecae XLIV, ed. J.-P. Migne, Παρίσι 1863, σ.72.
5. Γρηγορίου Ἐπισκόπου Νύσσης, ό.π., σ.148.
6. Γένεσις 13:4, עָשָה (āśāh): https://www.blueletterbible.org/lang/lexicon/lexi-con.cfm?t=kjv&strongs=h6213 (ανακτήθηκε τον Απρίλιο του 2020).
7. Ewen Callaway, “Genetic Adam and Eve did not live too far apart in time”, Nature (06/08/2013); doi:10.1038/nature.2013.13478.
8. Paul Davies, “The Origin of Life”, Penguin 2003, σ.28.
9. Κωνσταντίνος Καλαχάνης, Ευστράτιος Θεοδοσίου, Ευαγγελία Πάνου, Βα-σίλειος Μανιμάνης, “Η αντίληψη του χρόνου από τον άνθρωπο κατά την διδασκα-λία του Ιωάννη Φιλοπόνου και η συσχέτισή της με την Ειδική και τη Γενική Θεωρία της Σχετικότητας”, Physics News 4o τεύχος (Δεκέμβριος 2012), σ.13-17.
10. Αρχιμ. Αρσένιος Κατερέλος, “Η "Θεολογία" του Χρόνου”, Ιερόν Ησυχαστήριον Παντοκράτορος Μελισσοχω-ρίου,https://www.impantokratoros.gr/D91E4735.el.aspx (ανακτήθηκε τον Απρίλιο του 2020).
11. Benjamin Libet, “Unconscious cerebral initiative and the role of conscious will in voluntary action”, Behavioral and Brain Sciences 1985; 8(04), σ.529-566.
12. Soon C, Brass M, Heinze HJ et al, “Unconscious determinants of free deci-sions in the human brain”, Nat Neurosci 2008; (11): σ.543-545.
13. Lohse M, Schweizer C, Price HM et al, “Exploring 4D quantum Hall physics with a 2D topological charge pump”, Nature 553 (2018), σ.55-58.
14. Matt Williams, “A universe of 10 dimensions”: https://phys.org/news/2014-12-universe-dimensions.html (ανακτήθηκε τον Απρίλιο του 2020).
15. Ιωάννης Καρμίρης, “Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας” Τόμ.Α΄, Αθήνα 1960, σ.348.
16. Ιωάννου Δαμασκηνού, “Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως”, μτφρ: Νίκος Ματσούκας, εκδ. Πουρναράς 2002, Κεφάλαιο Γ΄.
17. Κατά Ματθαίον 17:1-9, Β΄ Επιστολή Πέτρου Α:10-19. To δόγμα περί α-κτίστου ενεργείας διετυπώθη από τους Ησυχαστές (βλ. Άγιο Γρηγόριο Παλαμά) κατά τον 14ο αιώνα.
18. Ciro Giannelli, “Un progetto di Barlaam per l'unione delle chiese”, In Mis-cellanea Giovanni Mercati, vol. 3, “Studi e Testi”, no.123, Βατικανό 1946.
19. Gregory Dix, “The shape of the liturgy”, Continuum, Λονδίνο 2005, σ.485-488.
20. Η ευχή των ησυχαστών κατά την νοερή προσευχή: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν».
21. Ως παποκαισαρισμός ορίζεται η προσπάθεια της εκκλησιαστικής αρχής να ασκήσει πολιτική εξουσία ή να υποτάξει την πολιτεία στην αρμοδιότητά της. Αντιστρόφως, ως καισαροπαπισμός (ή εραστιανισμός) ορίζεται η προσπάθεια της πολιτικής εξουσίας να υποτάξει την εκκλησία, θεωρούσα τον αρχηγό του κράτους ως αρχηγό και της εκκλησίας και επεμβαίνουσα σε θρησκευτικές υποθέσεις. Στην αναγεννησιακή Ιταλία, η μεν φιλοπαπική παράταξη των Γουέλφων εξέφραζε το ιδανικό του παποκαισαρισμού και η δε φιλοαυτοκρατορική παράταξη των Γιβελλίνων αυτό του καισαροπαπισμού.
22. Βλέπε: «Η Απόλυτη Ελευθερία - π. Νικόλαος Λουδοβίκος | Νέκταρ Ψυχής», https://youtu.be/O3aysrG3DlE.
23. «ὃν γὰρ ἀγαπᾷ Κύριος παιδεύει», Πρὸς Ἐβραίους Ἐπιστολὴ Παύλου 12:6. Αργότερα, οι Βυζαντινοί απέδωσαν αρκετές θεομηνίες στην Θεία Οικονομία και τους παιδαγωγικούς σκοπούς της.
24. Κλασικό παράδειγμα η ιστορία του πλουσίου νέου στο κατά Ματθαίον 19:16-26. Σημαντικός και ο συμβολισμός του 30 αργυρίων της προδοσίας.
25. Ἰωάννης Δαμασκηνός, Περί διαβόλου και δαιμόνων, Ἔκδοσις ἀκριβὴς της ὀρθοδόξου πίστεως (συντ. Ν. Ματσούκας), Πουρναράς 1992, σελ.107.
26. Stanley Harakas, “Living the Faith: The Praxis of Eastern Orthodox Ethics”, Light and Life Publishing Company 1993, σ.259-293.
27. Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, “Γιατί το Βυζάντιο”, εκδ. Μεταίχμιο 2012, σ.73, 259-60, 263.
28. Επί παραδείγματι, η καθολική αμφισβήτηση από κλήρο και λαό της στημένης συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-9) για την ένωση παπικής και ορθοδόξου εκκλησίας.
29. Ο ρωμαιοκαθολικός Carl Schmitt στην «Πολιτική Θεολογία» του (1922), φλερτάροντας λίγο με γιβελλίνικο εραστινισμό, παραλλήλισε την έννοια του «Κατέχοντος» στην Β΄ Προς Θεσσαλονικείς Επιστολή Παύλου (2:7) με τον κοινωνικό ρόλο του χριστιανικού κράτους.
30. «καὶ αὐτός ἐστιν ἡ κεφαλὴ τοῦ σώματος, τῆς ἐκκλησίας» (Προς Κολοσ-σαείς 1:18), «ἥτις ἐστὶ τὸ σῶμα αὐτοῦ» (Προς Εφεσίους 1:23).
31. Αγίου Νεκταρίου Αιγίνης (1899), “Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις”, εκδ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001, σελ.177.
32. Isaac Newton, “Letter from Sir Isaac Newton to Robert Hooke”, Historical Society of Pennsylvania: https://discover.hsp.org/Record/dc-9792/Description#tabnav (ανακτήθηκε τον Απρίλιο του 2020).
33. Μανουήλ Γεδεών, “Ἔγγραφα Πατριαρχικὰ καὶ συνοδικὰ περὶ τοῦ Βουλγαρικοῦ Ζητήματος (1852-1873)”, Ἐν Κωνσταντινουπόλει ἐκ τοῦ Πατριαρχικοῦ Τυπογραφείου, 1908, σ.392-426.
34. Σε αυτό συνηγορεί η αγιοκατάταξη πολεμιστών και βασιλέων, λ.χ.η απότιση εκκλησιαστικών τιμών στον αυτοκράτορα Ιωάννη Βατάτζη (στην δε ρωσορθόδοξη παράδοση παρουσιάζονται ακόμη περισσότερα τέτοια παραδείγματα). Άλλωστε, τα σώματα του στρατού έχουν από έναν άγιο προστάτη (π.χ. η αγία Βαρβάρα για το πυροβολικό).
35. Περί της ενδεχομένου επιρροής του νεογνωστικισμού σε νεωτερικά ιδεολογήματα, βλέπε: Eric Voegelin (1959), Science Politics & Gnosticism, όπου επιχειρείται μία ενδιαφέρουσα σύζευξη μεταφυσικής και πολιτικής φιλοσοφίας.


Γιάννης Σαρρής


8 Μαΐου 2020

Ο Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος στην τέχνη της ιταλικής αναγέννησης (β΄ μέρος)

Γράφει ο Αθανάσιος Κουκόπουλος, προπ. φοιτ. Τμημ. Ιστορίας και Αρχαιολογίας Α.Π.Θ.

Μεταξύ 1459 και 1461 ο Benozzo Gozzoli νωπογραφεί με υπέρλαμπρη πολυτέλεια τους τοίχους του παρεκκλησίου του καινούριου μεγάρου των σημαντικότατων πατρώνων της Αναγέννησης στη Φλωρεντία, της οικογένειας των Μεδίκων.

Εικόνα 1. Η πομπή του νεαρότερου μάγου.

7 Μαΐου 2020

Ο Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος στην τέχνη της ιταλικής αναγέννησης (α΄ μέρος)

Γράφει ο Αθανάσιος Κουκόπουλος, προπ. φοιτ. Τμημ. Ιστορίας και Αρχαιολογίας Α.Π.Θ.

«Οι Έλληνες φορούσαν πολυτελέστατα ενδύματα από βυζαντινό μετάξι και η περιβολή τους είχε μεγαλύτερη αυστηρότητα και μεγαλοπρέπεια από των Λατίνων… Ο αυτοκράτορας φορούσε έναν πολύτιμο, μεταξωτό, ολοκέντητο μανδύα και ένα ελληνικό κεφαλοκάλυμμα με ένα υπέροχο κόσμημα στην κορυφή του. Ήταν πανέμορφος με τη βυζαντινή του γενειάδα». Τη γοητεία που εξακολουθούσε να ασκεί το Βυζάντιο ακόμη και στους καιρούς της παρακμής του αποτυπώνει, όπως παρατηρούμε, με γλαφυρότητα ο ιστοριογράφος Vespasiano de’ Bistici αναφερόμενος στη συνοδεία 700 περίπου ατόμων του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγου (βασιλεία: 1425-1448), ο οποίος μετέβη στην Ιταλία, προκειμένου να ξεκινήσουν οι εργασίες μίας συνόδου για την ένωση Ορθοδοξίας και Καθολικισμού. Απώτερος στόχος ήταν η αποστολή βοήθειας από τη Δύση για την αντιμετώπιση της οθωμανικής απειλής. Πρόκειται για τη γνωστή σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-1439).

6 Μαΐου 2020

Περί Εθνικισμού και Έθνους


Μια φορά κι έναν καιρό, το ιερατείο της άρχουσας θρησκείας έθετε ως ηθικο-κοινωνικό δίπολο τις οδούς του θεού και του διαβόλου. Η απομαγευμένη εποχή μας ωστόσο δεν έχει χώρο για θρησκευτικά ιερατεία, των οποίων το κενό φρόντισαν να αναπληρώσουν ιερατεία διεθνών θεσμών, του ΟΗΕ, τραπεζών, κολοσσών ενημέρωσης, ψυχαγωγίας και διαδικτυακής επικοινωνίας και εν γένει πολυεθνικών εταιρειών. Όλοι αυτοί -ή τουλάχιστον οι κεφαλές τους- φαίνεται να διαπνέονται από μία ενιαία ιδεοληψία, η οποία θέτει στην θέση του θεού μία λεγόμενη «ανθρώπινη πρόοδο» και στην θέση του διαβόλου όποια αξία της αντιστέκεται. Σαν πρόοδο (και μάλιστα «αξιωματικά» αυξανόμενη με την πάροδο του χρόνου) φαντάζονται την απελευθέρωση του ανθρώπου από δεσμευτικά όρια, δηλαδή την κατάργηση εθνικών συνόρων μέσω παγκοσμιοποίησης, την άρση προσδιοριστικών διακρίσεων και σταθερών ταυτοτήτων σε ό,τιδήποτε. Η παράδοση, η έννοια της ηθικής, οι παλιές θρησκείες, η ιδέα του έθνους ακόμη και τα φύλα αποτελούν δαίμονες του παρελθόντος, που πρέπει να καούν στην προοδευτική πυρά μιας νέας Ιεράς Εξετάσεως.

2 Μαΐου 2020

Οι θεωρίες συνωμοσίας περί Κορωνοϊού και το ουσιαστικό διακύβευμα


Τις τελευταίες εβδομάδες τα «social media» και εν γένει το διαδίκτυο έχουν κατακλυστεί από απειράριθμες παραλλαγές θεωριών συνωμοσίας, οι οποίες συσχετίζουν την πανδημία του κορωνοϊού με σχέδια ελίτ για παγκόσμια κυριαρχία, «τσιπάρισμα» και έλευση αντιχρίστου, μείωση του παγκόσμιου πληθυσμού κ.α. Έως και καταλογισμό της ιολογικής λοίμωξης στην ακτινοβολία των δικτύων 5g έχουμε δει1. Τα περισσότερα παραμένουν ατεκμηρίωτα (αν όχι διαψευσμένα). Εάν υπάρχει μία δόση αλήθειας σε όλα αυτά (κατά το παλιό ρητό ότι δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά), τότε ενδεχομένως να διαπομπευθεί σε συνδυασμό με ακραίες γραφικότητες, τις οποίες εκμεταλλεύεται η αντίπαλη προπαγάνδα, των πιστών ή πληρωμένων θιασωτών της ρητορικής κυβερνήσεων ή διεθνών θεσμών.

Ο κόσμος έχει τρελαθεί, για πολλούς λόγους και με πολλούς τρόπους. Παρά ταύτα, αρκετά περίεργα σημεία των ημερών χρήζουν κριτικής προσοχής. Από εδώ και πέρα ας μιλήσουμε με πραγματικά δεδομένα και παραπομπές σε καθολικά αναγνωρισμένες πηγές.