26 Φεβρουαρίου 2021

Βιβλιοπαρουσίαση: "Η εθνική συνείδηση ως έννοια και ως αντίληψη στον αρχαίο ελληνικό κόσμο" του Γεωργίου Σύρου

   Προτού αναφερθούμε στα περιεχόμενα αυτού του εξαιρετικά ενδιαφέροντος βιβλίου, ας διατυπώσουμε ένα γενναίο πλην αδιάψευστο αξίωμα. Η Αλήθεια, ιδίως η απτόμενη ανθρωπιστικών πεδίων, πρέπει να αναζητείται έξωθεν του ελληνικού πανεπιστημίου. Κάθε έδρα αυτού αποτελεί τσιφλίκι ενός καθηγητού αναδειχθέντος υπό συστήματος ευνοιοκρατίας και συνδιαλλαγών και κυριολεκτικώς ανεξελέγκτου. Ουδόλως τυχαίως, αυτό το πανεπιστήμιο κατέστη σφηκοφωλεά της μηδενιστικής μετανεωτερικής Αριστεράς, προωθεί επιγόνους του Φαλμεράϋερ και κρατεί μακριά του ανθρώπους σαν τον Κ.Παπαρρηγόπουλο, τον Π.Κονδύλη και τον Δ.Νανόπουλο. Βεβαίως, η όποια ανεπάρκεια των φερομένων ως ακαδημαϊκών δεν δύναται να νοθεύσει τις θεωρητικές αρχές και επιταγές της ακαδημαϊκής ερεύνης. Και θαρρώ πως το παρόν πόνημα, με 1150 βιβλιογραφικές παραπομπές και υποδειγματική χρήση της ελληνικής γλώσσης, είναι καθ' όλα αξιόπιστο ακαδημαϊκά. H "εθνική συνείδηση ως έννοια και ως αντίληψη στον αρχαίο ελληνικό κόσμο" του νομικού και ιστορικού ερευνητή Γεωργίου Σύρου (Εκδόσεις Έκτωρ, 2020) ερείδεται σε μία εντυπωσιακή αποδελτίωση εκατοντάδων πρωτογενών πηγών της αρχαιοελληνικής και όχι μόνο γραμματείας. Επιπλέον, παρατίθενται ισάριθμα αποσπάσματα κειμένων, προκειμένου να είναι εφικτή η σύγκρισή τους με το πρωτότυπο. Πρόκειται για ένα έργο ζωής, που έλειπε από την ελληνική βιβλιογραφία και είχαμε ανάγκη. 

   Ο σκοπός του βιβλίου διατρανώνεται στον τίτλο του: είναι η απόδειξη του γεγονότος ότι οι αρχαίοι Έλληνες είχαν πλήρη συνείδηση των ιδιαιτεροτήτων που διέκριναν τις κοινότητές τους από τους "βαρβάρους", ότι ανεξαρτήτως της πολιτικής οργανώσεως των πόλεων-κρατών υφίστατο ένα ενιαίο έθνος Ελλήνων. Από την ομηρική εκστρατεία των Αχαιών και τους πανελληνίους Ολυμπιακούς αγώνες έως τους Περσικούς πολέμους και το όραμα του Ισοκράτους περί ενοποιήσεως των Ελλήνων που εξεπλήρωσαν οι Μακεδόνες, καταδεικνύεται εύκολα και αναντίρρητα η πολιτισμική και κατ' επέκταση εθνική ενότητα των απανταχού Ελλήνων. Αυτή η πραγματικότητα έρχεται σε ρήξη με την θεωρία της Νεωτερικότητος, δηλαδή του φιλοσοφικού ρεύματος που ποδηγέτησε την δυτική σκέψη μετά τον Διαφωτισμό, σύμφωνα με την οποία η εθνική συνείδηση έπεται της οικονομικής και πολιτικής οργανώσεως ως παράγωγό της. Ωστόσο, το έθνος -δηλαδή η κοινότητα που σχηματίζει το κράτος- προϋπάρχει του κράτους. Οι αρχαίοι μας πρόγονοι, παρά την πολιτική διάσπασή των, φαίνεται ότι είχαν ολιστικότερη αντίληψη της έννοιας του έθνους. Κατά τον Ηρόδοτο, το Ἔθνος πηγάζει από μία κοινότητα, της οποίας τα μέλη έχουν κοινή καταγωγή (ὅμαιμον), κοινή παράδοση, κοινή θρησκεία και κοινή γλώσσα. Ο κ.Σύρος δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο ὅμαιμον, διότι αποτελεί την εννοιολογική συνιστώσα του έθνους που έχει βληθεί πλείστα από τις νεωτερικές ιδεοληψίες. Από τα ομηρικά γένη έως την κλασική Αθήνα, όπου πολίτης εθεωρείτο όστις είχε και πατέρα και μητέρα αθηναϊκής καταγωγής, καταδεικνύεται εξίσου εύκολα και αναντίρρητα η αξία αυτής της συνιστώσας στην συνείδηση των Ελλήνων. Κατ' αυτόν τον τρόπο, καταρρίπτεται και η σύγχρονη θεωρία της Μετανεωτερικότητος που υποστηρίζει με βλακώδες θράσος ότι τα έθνη και οι φυλές συνιστούν κοινωνικά κατασκευάσματα της ρομαντικής περιόδου. 

14 Φεβρουαρίου 2021

Ο Περικλής Γιαννόπουλος περί ξενομανίας

Ακολουθεί ένα πάντα επίκαιρο άρθρο του χειμαρρώδους ελληνολάτρη λογοτέχνη, δοκιμιογράφου και μεταφραστή Περικλή Γιαννόπουλου αναφορικά με μία γνώριμη σε μας "κατάρα" των νεοελλήνων. («Ἡ ξενομανία», Ὁ Νουμᾶς, ἀρ. 5, 16-1-1903)

Ἡ ξενομανία

    Εἶνε ἀδύνατον νὰ ἀρχίσῃ δημιουργία Ἑλληνικῆς ζωῆς ἐνόσῳ ὅλα τὰ πράγματα τῆς ζωῆς ἀπὸ τὸ πρῶτον κουρέλι τοῦ λίκνου -καὶ ὅλων τῶν ἰδεῶν- μέχρι τοῦ τελευταίου κουρελίου τοῦ τάφου, εἶναι ξένα.

    Τὸ κτύπημα τῆς ξενομανίας εἶνε τὸ πρῶτον κίνημα, ὁ πρῶτος ἀγὼν τῶν ποθούντων νὰ ἀγωνισθοῦν διὰ μίαν ἀρχὴν Ἑλλάδος.

    Ἡ ξενομανία εἶνε χωριατιά. Εἶνε προστυχιά. Εἶνε κουταμάρα. Εἶνε ἀφιλοτιμία. Εἶνε ἀφιλοπατρία. Καὶ εἶνε ξυππασιά. Καὶ εἶνε ἀμάθεια.

1 Φεβρουαρίου 2021

Η παγκοσμιοποίηση ως εσχατολογικό όραμα

Ένας από τους πολύ μυστηριώδεις και συμβολικούς πίνακες που φιλοξενεί το μυστηριώδες αεροδρόμιο του Denver στις ΗΠΑ. Όλοι τους αναβλύζουν έναν αλλόκοτο εσχατολογικό χαρακτήρα, ίσως  προσδοκίες (ή ανησυχίες) για το μέλλον. Δεν έχουμε αμφιβολία ότι ο δημιουργός τους Leo Tanguma (ή όποιος του έδωσε τις παραγγελίες) συμμερίζεται το χιλιαστικό όραμα μιας νέας, παγκοσμιοποιημένης εποχής.

    Οι τυποποιημένες ιστορικές και πολιτικές αναλύσεις των ακαδημαϊκών δεν έχουν ακόμη απαγκιστρωθεί από τις μηχανικιστικές αγκυλώσεις της νεωτερικότητος. Πίσω από κάθε ιστορικό γεγονός αναζητείται απεγνωσμένα κάποια ορθολογική αιτία, κατά κανόνα οικονομιστική. Εν τούτοις, καθ' όλην την διάρκεια της νεωτερικότητος, δεν εξέλιπαν οι διανοητές που διέβλεπαν θρησκευτικά ή ψυχογενή κίνητρα στην βούληση προσώπων καθορισάντων τον ρου της ιστορίας. Στον δυτικό κόσμο, ήδη από τον 19ο αιώνα, ο ιουδαϊκής καταγωγής Friedrich J. Stahl και η Δεξιά αντιδιαφωτιστική αντίδραση των de Maistre και Donoso Cortes είχαν θέσει τα θεμέλια μίας "πολιτικής θεολογίας". Στον 20ο αιώνα, την σκυτάλη τους παρέλαβε ο Carl Schmitt, ενώ παράλληλα o Max Weber στοιχειοθετούσε την προτεσταντική καταβολή του καπιταλιστικού πνεύματος. Στην παρούσα μελέτη δεν προτιθέμεθα να καταδείξουμε την ανόητη μονομέρεια της αναγωγής κάθε κοινωνικού φαινομένου σε σχέσεις παραγωγής, αλλά το πώς μία μυστικιστική δοξασία έχει συνδιαμορφώσει το χιλιαστικό όραμα μερικών εκ των ισχυροτέρων ανθρώπων του πλανήτου. 

    Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες θεωρήσεις πολιτικής θεολογίας του περασμένου αιώνος, περιέχεται στα συγγράμματα του Eric Voegelin [1]. Σύμφωνα με τον Voegelin, οι αρχαίες αντιλήψεις του Γνωστικισμού [2] έχουν επιβιώσει υπό εκκοσμικευμένη μορφή σε νεωτερικά ιδεολογήματα, όπως ο κομμουνισμός, ο ναζισμός και ο προοδευτικός (και παγκοσμιοποιητικός στις μέρες μας) φιλελευθερισμός. Περί της γνωστικής θρησκείας, η οποία αντιστρέφοντας την Παλαιά Διαθήκη  πίστευε εν ολίγοις ότι ο υλικός κόσμος μας δημιουργήθηκε από τον διάβολο, έχουμε ομιλήσει σε προγενέστερη δημοσίευση στην Φιλαλήθεια. Τι σχέση όμως θα μπορούσαν να έχουν οι προαναφερθείσες, φαινομενικά αλληλοαποκλειόμενες ιδεολογίες, τόσο μεταξύ τους όσο και με μια αρχαία αίρεση; Ο Voegelin επισημαίνει ότι όλες τους αντιλαμβάνονται τον κόσμο μας ως προβληματικό ή -στην καλλίτερη περίπτωση- ατελή. Πρέπει να τον αλλάξουν, οικοδομούντες μία καθολική ουτοπία, έναν παράδεισο επί γης. Σε αυτήν την αλλαγή, στην ανθρώπινη "πρόκληση του Εσχάτου" πρέπει να πρωτοστατήσει η ομάδα των ολίγων εκλεκτών φορέων της "Γνώσεως του καλού και του κακού", οι οποίοι μπορεί να αποκαλούνται κομισάριοι, υπεράνθρωποι ή φιλελεύθεροι ακτιβιστές. Και ένας άλλος σύγχρονός του Γερμανός φιλόσοφος, ο Hans Blumenberg, υπεστήριξε πως η Νεωτερικότητα συνέστησε ένα "δεύτερο κύμα Γνωστικισμού", διότι οι αντιλήψεις της περί εκπορεύσεως του κακού στον κόσμο (βλ. την έννοια της "θεοδικίας" στον Leibniz) εμπνέονται από τo γνωστικό σύστημα του Μαρκίωνος (2ος αιών μ.Χ.) [3].

    Ολίγες δεκαετίες πρωτύτερα, ο φιλόσοφος της ιστορίας Oswald Spengler είχε επίσης διαγνώσει στον σοσιαλισμό το απεγνωσμένο κυνήγι του "Εσχάτου", ενός παραδείσου επί γης που δεν θα γνώριζε χρονικούς ή γεωγραφικούς περιορισμούς. Εκείνος, ωστόσο, το απέδωσε στην ευρύτερη φιλοσοφία του δυτικού πολιτισμού, ο οποίος επιδιώκει εις άπασες τις εκφάνσεις του διαρκή κίνηση προς το άπειρο και την υπέρβαση των ορίων. Κατ' αυτόν τον τρόπο, δικαιολογείται η ομοειδής εσχατολογική μεγαλομανία που διαπνέει και τις υπόλοιπες δυτικές ιδεοληψίες (*ας θυμηθούμε εν προκειμένω τον Francis Fukuyama, ο οποίος την δεκαετία του 1990 ισχυρίσθηκε ότι η επικράτηση της φιλελεύθερης παγκοσμιοποιήσεως θα φέρει το "τέλος της ιστορίας") [4]. Βασικά, το κοινό αυτό γνώρισμα των νεωτερικών ιδεολογιών ερείδεται στην γραμμική αντίληψη της ιστορίας, δηλαδή στην πεποίθηση ότι η ανθρωπότητα εξελίσσεται συνεχώς προς το καλύτερο, πλησιάζοντας μία τέλεια κατάσταση. Για τον υλιστή Marx αυτή η πρόοδος βασιζόταν στον εκσυγχρονισμό των μέσων παραγωγής, ενώ, σύμφωνα με τον ιδεαλιστή πρόδρομό του Hegel, αυτή βασιζόταν στην διαρκή προσέγγιση της γνωσιακής αλήθειας, μέσα από την επανάληψη του διαλεκτικού σχήματος θέση-αντίθεση-σύνθεση. Η γραμμική αντίληψη φθάνει ακόμη πιο πίσω στην δυτική ιστορία, έως τον χιλιασμό του Joachim της Fiore (1135-1202), ο οποίος χώριζε την ιστορία του ανθρώπου σε τρεις εποχές και πίστευε ότι στην τελευταία, την "εποχή του Πνεύματος", η κοινωνία θα καταστεί ουτοπία αγάπης και ελευθερίας, με τις πρότερες ιεραρχικές δομές της (όπως η Εκκλησία) να εξαλείφονται ως αχρείαστες [5].