18 Οκτωβρίου 2022

To "γίγνεσθαι" του Ηρακλείτου και το "εἶναι" του Παρμενίδη

Ο Ηράκλειτος, ο «σκοτεινός» φιλόσοφος από την Έφέσο (544-484 π.Χ.), χαρακτηρίσθηκε από τον Hegel ως ο πατέρας της διαλεκτικής. Ο συμπαντικός θεός του Ηρακλείτου, που σε ορισμένα σημεία ενθυμίζει το Άπειρον του Αναξιμάνδρου, ονομάζεται Λόγος. Η λέξη «λόγος» δεν ορίζεται εύκολα και στην αρχαία γραμματεία έχει συνδεθεί με διάφορες σημασίες. Μπορεί να σήμαινε κάτι που έχει ειπωθεί ή γραφεί, την ικανότητα για λογική σκέψη ή έναν συγκεκριμένο (συλ)λογισμό, την αιτία ενός γεγονότος, το μέτρο, την υπόληψη ή έναν ορισμό. Ωστόσο, ο ηρακλείτειος Λόγος τις εμπεριέχει αναβιβάζοντάς τες στην κλίμακα του σύμπαντος κόσμου και συγχρόνως υπερβαίνει όλες αυτές τις έννοιες. Ο Λόγος ενώνει και κυβερνά τα πάντα μεταβαλλόμενος στις δικές τους ιδιότητες, ως το «ἐν γίγνεσθαι Εἶναι της Ολότητας», σύμφωνα με τον Κώστα Αξελό. Βασικά, ο Λόγος συσχετίζει τα αντίθετα. Μία είναι η οδός του Λόγου είτε την ανηφορίζεις είτε την κατηφορίζεις («ὁδὸς ἄνω κάτω μία καὶ ὠυτή», Περὶ Φύσεως θ΄). Μέσω του Λόγου, η αντίθεση γεννά τα πάντα κι έτσι εκφράζει την αναγκαιότητα της εναλλαγής και τον τρόπο της εν Λόγω ενότητάς τους ή αλλιώς, με λόγια του Ηρακλείτου, «πόλεμος πάντων μὲν πατήρ ἐστι, πάντων δὲ βασιλεύς, καὶ τοὺς μὲν θεοὺς ἔδειξε τοὺς δὲ ἀνθρώπους, τοὺς μὲν δούλους ἐποίησε τοὺς δὲ ἐλευθέρους» (Περὶ Φύσεως, η΄). Τίποτε δεν μπορεί να έχει ύπαρξη και νόημα χωρίς το διαλεκτικά αντίθετό του. Ουδείς εκτιμά την ελευθερία αν δεν γνωρίσει την δουλεία, ούτε την υγεία αν δεν αρρωστήσει, ούτε την πλησμονή αν δεν πεινάσει, ούτε την ανάπαυση αν δεν κουρασθεί, ούτε την ειρήνη αν δεν ζήσει πόλεμο. Ο Λόγος εισχωρεί σε όλα αυτά, τα συνέχει και τα νοηματοδοτεί, πραγματώνοντας την αρμονία του κόσμου. Κοντολογίς, σε μια πιο ελεύθερη απόδοση, ο Λόγος εκφράζει τους νόμους της φύσεως και καθιστά τον κόσμο λογικό. Τα όντα του κόσμου ρέουν όπως το νερό και μεταβάλλονται, κινούνται και συγκρούονται διαρκώς, καθόσον δεν δύνασαι να διέλθεις δυο φορές από τον ίδιο ποταμό («τὰ πάντα ῥεῖ»), αλλά ο Λόγος διατηρεί τον κόσμο αρμονικό. Πρόκειται για μία αρμονία αφανή στους περισσότερους, την οποία ο «σκοτεινός φιλόσοφος» την ακροάσθηκε προσωπικά, εν είδει ψυχικού βιώματος, καθώς ο Λόγος, η αλήθεια του Εἶναι, ούτε λέγεται ούτε κρύβεται αλλά αποκαλύπτεται μέσα από σημεία. Κι εφόσον η θεοειδής ψυχή του ανθρώπου αποτελεί πεδίο συναντήσεως με τα σημεία του Λόγου, πρέπει να γνωρίζει τα μέτρα της και να μένει καθαρή από την Ὕβριν, ήγουν από την ιδέα ότι ο εαυτός δύναται να υπερβεί τον Λόγο. Σε αυτό ακριβώς το σημείο ερείδεται η κεφαλαιώδης διαφορά του Ηρακλείτου από τους διανοούμενους θαυμαστές του στην δυτική νεωτερικότητα. «Ὕβριν χρὴ σβεννύναι μᾶλλον ἢ πυρκαϊήν» (ό.π., ιγ΄).  

Σε γενικές γραμμές, οι περισσότεροι Ίωνες φιλόσοφοι αναζητούσαν κάποια φυσική ουσία που συνέχει τον κόσμο. Μολαταύτα, ο Παρμενίδης από την Ελέα (515-470 π.Χ.), ιδρυτής της Ελεατικής σχολής και θεωρούμενος σήμερα από πολλούς ως θεμελιωτής της Οντολογίας, προσπέρασε την φυσιολογία και εστίασε τους προβληματισμούς του στο καθ’ εαυτόν «εἶναι» των όντων. Τα όντα του κόσμου δεν συνδέονται με κάποια κοινή ουσία αλλά με την κοινή ιδιότητα της υπάρξεώς τους, το Εἶναι. Ας διευκρινισθεί για την οικονομία της συζήτησης ότι στην αρχαιότητα δεν υφίστατο η ελέω χριστιανικής θεολογίας εννοιολογική διαφοροποίηση μεταξύ των όρων «είναι» και «υπάρχειν» (ούτε φυσικά και οι ορθόδοξες έννοιες κτιστού και ακτίστου). Στους εμμέτρους στίχους του, ο Ελεάτης φιλόσοφος θεωρεί το Εἶναι τέλειο, αγέννητο, άφθαρτο, μονοειδές, λογικό, θείο, ενιαίο και συνεχές, σταθερό και απαράλλακτο. Στην πραγματικότητα, υπάρχει μόνον το Εἶναι, όχι το μηδέν, παρότι στην καθημερινή γλώσσα το ρήμα «είναι» χρησιμοποιείται λανθασμένα και για πράγματα που «δεν είναι», όπως το σκότος και η σιωπή ή ο χώρος, ο χρόνος και η κίνηση. Ο θεός «Σφαίρος» και η συμπαγής σφαίρα συμβολίζουν την τελειότητα του Εἶναι. Βεβαίως, ο Παρμενίδης παραδέχεται ότι τα φυσικά πράγματα κινούνται και συνεπώς φθείρονται, χωρίς όμως «να είναι», διότι η πλασματική πραγματικότητα που αντιλαμβάνονται οι ανθρώπινες αισθήσεις διαφέρει από το Εἶναι, στο οποίο ο άνθρωπος μπορεί να μετέχει μόνο με την νόησή του. Ό,τι σκέπτεται «είναι» κατ’ ανάγκη πραγματικό. Τέτοια θέση ομοιάζει στην νεωτερική ιδέα «σκέπτομαι άρα υπάρχω» του Καρτεσίου, όμως πρέπει να υπογραμμισθεί μία μεγάλη διαφορά. Το καρτεσιανό υποκείμενο πλάθει μία πραγματικότητα εντός του, ενώ ο άνθρωπος του Παρμενίδη μετέχει (νοούμενος) στην αληθή πραγματικότητα εκτός του. Συμπερασματικά, σε αντίθεση με τον Ηράκλειτο που ψυχανεμίσθηκε το θείο πίσω από την ατελεύτητη ροή των όντων, ο Παρμενίδης κατελόγισε το «εἶναι» στην αλήθεια και το «γίγνεσθαι» στην «δόξα», δηλαδή στην ατελή γνώμη των ανθρώπων.  



Βιβλιογραφικές αναφορές

Διογένης Λαέρτιος, «Βίοι Φιλοσόφων», Τόμ. Α΄-Β΄, εκδ. Ζήτρος, 2012.
Geoffrey Kirk, John Raven, Malcom Schofield, «Οι Προσωκρατικοί Φιλόσοφοι» (μτφρ. Δ. Κούρτοβικ), Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 2006. 
π.Νικόλαος Λουδοβίκος, «Αφανής Αρμονία: Μεταφυσική Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφίας», εκδ. Αρμός, 2021.
Κώστας Αξέλος, «Ο Ηράκλειτος και η φιλοσοφία: Η πρώτη σύλληψη του εν γίγνεσθαι είναι της ολότητας», Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2022.


Γ.Σ., Φιλαλήθεια 2022.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου