12 Απριλίου 2022

Οι ιθαγενείς του Μπραζίλ μέσα από τα μάτια του Pero Vaz de Caminha

"Η Δεύτερη Ινδική Αρμάδα προσαράζει στην Βραζιλία", Oscar Pereira da Silva (1867-1939), Museu Paulista- Πανεπιστήμιο Σάο Πάολο. 

  Το έτος 1500, μία αρμάδα δεκατριών πλοίων υπό τον ναύαρχο Pedro Álvares Cabral αναχώρησε από την Πορτογαλία με τελικό προορισμό το Καλικούτ της Ινδίας, όπου επρόκειτο να οικοδομηθούν αποικιακές εγκαταστάσεις του πορτογαλικού στέμματος. Ωστόσο, οι Πορτογάλοι εξερευνητές θα διεκπεραίωναν ένα διαφορετικό και απρόσμενο, ιστορικών διαστάσεων, έργο. Μετά από μία σύντομη στάση στο Πράσινο Ακρωτήριο, η αρμάδα σάλπαρε με κατεύθυνση προς τον νότιο Ατλαντικό, ίσως με κρυφό στόχο την "ανακάλυψη" και την διεκδίκηση της νότιας αμερικανικής ηπείρου, για της οποίας την ύπαρξη προϋπήρχαν σαφείς ενδείξεις. Πράγματι, στις 22 Απριλίου οι Πορτογάλοι προσάραξαν κοντά στο σημερινό Porto Seguro, στην Bahia της Βραζιλίας. Προτού όμως ξεκινήσουν την δημιουργία αποικίας, ήλθαν για πρώτη φορά σε επαφή με τους ιθαγενείς κατοίκους της φυλής Tupiniquim. Ήταν η συναρπαστική στιγμή της συναντήσεως δύο τελείως αγνώστων και διαφορετικά ανεπτυγμένων πολιτισμών, η οποία δεν ήταν καθόλου βίαιη. Ο αυτόπτης ιππότης Pêro Vaz de Caminha (Πέρο Βας ντε Καμίνια, 1450-1500), στην εικοσαεπτασέλιδη επιστολή του προς τον βασιλιά Manuel, κατέγραψε γλαφυρές και εξαιρετικά ενδιαφέρουσες μαρτυρίες για το πώς οι χριστιανοί εξερευνητές αντιμετώπισαν τους ντόπιους και τανάπαλιν. 

  Ο Καμίνια περιγράφει την εμφάνιση και τις συνήθειες των ιθαγενών, με έκπληξη και συνάμα καλή προαίρεση. Όλοι τους ήσαν γυμνοί. Οι άνδρες έβαφαν επιτηδευμένα το δέρμα τους και σε μία τρύπα κάτω από τα χείλη τους εφήρμοζαν ένα κόκαλο που εισχωρούσε στο στόμα τους, χωρίς να τους παρεμποδίζει στην ομιλία και την μάσηση, ενώ στο κεφάλι φορούσαν καλύπτρες με χρωματιστά φτερά πουλιών. Περιφέρονταν κατά ομάδες, όντες εξοπλισμένοι με τόξο και βέλη. Αρχικά, περιεργάζονταν με επιφύλαξη και πολλή περιέργεια τους ξένους επισκέπτες, αλλά ύστερα από ευγενικές χειρονομίες εκείνων τελικά δεν δίσταζαν να δείξουν εμπιστοσύνη και οικειότητα. Διεξήχθησαν πολλές ανταλλαγές δώρων και, εμπορικού χαρακτήρα, σκόπιμες ανταλλαγές πραγμάτων. Οι γυμνοί ιθαγενείς εκδήλωναν μεγάλο ενδιαφέρον για τον ευρωπαϊκό ρουχισμό και, για την απόκτηση λίγων εξαρτημάτων του, προσέφεραν τόξα, χάντρες και τροφή. Οι δε Πορτογάλοι συνέλεγαν όσα περισσότερα "ενθύμια" μπορούσαν, για να τα αποστείλουν στον βασιλιά. Οι συνεννοήσεις γίνονταν δίχως ιδιαίτερη δυσκολία με την γλώσσα του σώματος, με αυθόρμητες εκφράσεις και κινήσεις.

  Σύμφωνα με τον Καμίνια, οι Πορτογάλοι φέρονται να σαγηνεύθηκαν από τις γυναίκες της φυλής: «Άλλοι πάλι φορούσαν στο κεφάλι τους καλύπτρες με κίτρινα φτερά, άλλοι με κόκκινα κι άλλοι με πράσινα. Μία από τις κοπέλες ήταν ολόκληρη βαμμένη, από την κορυφή ως τα νύχια, με εκείνη τη μπογιά και ήταν τόσο καλοκαμωμένη και τόσο στρουμπουλή και τα απόκρυφά της μέρη, που δεν τα έκρυβε, τόσο χαριτωμένα, ώστε πολλές γυναίκες της χώρας μας, αν έβλεπαν αυτές τις καμπύλες, θα ντρέπονταν, επειδή δεν έχουν παρόμοιες. Κανείς τους δεν είχε περιτομή, όλοι τους ήταν σαν κι εμάς.», ενώ σε άλλο σημείο προσθέτει: «Τα απόκρυφά τους μέρη ήταν τόσο γυμνά και ακάλυπτα με τόση αθωότητα, που δεν υπήρχε σε αυτό καμιά ντροπή.».

  Οι δύο διαφορετικοί κόσμοι κατάφεραν να εναρμονιστούν και στην ψυχαγωγία. Ο Καμίνια γράφει σχετικά με τα γλέντια τους: «Στην αντίπερα όχθη υπήρχαν πολλοί από αυτούς που χόρευαν και διασκέδαζαν ο ένας απέναντι από τον άλλον, χωρίς να αγγίζονται με τα χέρια, και το έκαναν πολύ ωραία. Πέρασε τότε στην αντίπερα όχθη ο Ντιόγκο Ντίας [...], ένας τύπος αλέγρος και ευχάριστος, παίρνοντας μαζί του έναν οργανοπαίκτη μας, με τη γκάιντά του, κι άρχισε να χορεύει μαζί τους πιάνοντάς τους από το χέρι. Εκείνοι διασκέδαζαν και γελούσαν και τον ακολουθούσαν πολύ καλά υπό τον ήχο της γκάιντας. Όταν σταμάτησαν να χορεύουν, έκανε μπροστά τους πάνω στο έδαφος πολλές ελαφριές γύρες και ένα σάλτο μορτάλε κι εκείνοι τρόμαξαν και γέλασαν και διασκέδασαν πολύ. Παρότι με αυτή του τη συμπεριφορά φάνηκε να τους καθησυχάζει και να τους διασκεδάζει, στη συνέχεια τράπηκαν σε φυγή σαν άγριοι. Και τράβηξαν ανάντη του ποταμού». 

  Οι Πορτογάλοι έδειξαν ιδιαίτερο ζήλο για την σωτηρία της ψυχής αυτών των ανθρώπων, δηλαδή για τον εκχριστιανισμό τους. Παρά τις γλωσσικές δυσκολίες, δεν άργησαν να μάθουν σε όσους ενδιαφερόμενους πλησίαζαν τις χριστιανικές λειτουργίες τους το σχήμα του σταυρού και πώς να υψώνουν τα χέρια τους προς τον ουρανό. Στα επόμενα χρόνια, οι ρωμαιοκαθολικές ιεραποστολές είχαν πεδίον δόξης λαμπρόν στην Αμερική. Ο Καμίνια εξέφρασε αυτόν τον ειλικρινή πόθο των εξερευνητών για τον εκχριστιανισμό των ιθαγενών: «Μου φαίνονται άνθρωποι τόσο αθώοι, ώστε, αν μπορούσαμε να τους καταλάβουμε κι εκείνοι εμάς, θα γίνονταν πάραυτα χριστιανοί, γιατί, απ' ότι φαίνεται, δεν έχουν ούτε γνωρίζουν καμιά πίστη. [...] είναι βέβαιο πως αυτοί οι άνθρωποι είναι καλοκάγαθοι και απλοί και όποια σφραγίδα και να θελήσουμε να βάλουμε πάνω τους θα εντυπωθεί αμέσως. Κι αν ο Κύριός μας τους έδωσε ωραία κορμιά και ωραία πρόσωπα, όπως σε καλούς ανθρώπους, κι αν μας οδήγησε εδώ, νομίζω πως αυτό δεν έγινε χωρίς λόγο. Αφού, λοιπόν, η Μεγαλειότητά σας επιθυμεί τόσο πολύ να διαδοθεί η αγία καθολική πίστη, πρέπει να ασχοληθεί με τη σωτηρία τους και αν το θέλει ο Θεός, έτσι θα γίνει, χωρίς μεγάλη προσπάθεια»

  Τούτη η πρώτη συνάντηση μεταξύ ιθαγενών Αμερικανών και Πορτογάλων υπήρξε, λοιπόν, πολύ φιλική. Μέσα από την λεπτομερή αφήγηση του Καμίνια, οι μεν ενσαρκώνουν το αρχέτυπο του "ευγενούς αγρίου" και οι δε το υπόδειγμα των ευσεβών προ-νεωτερικών Ευρωπαίων, που δεν άφηναν καμία ανακάλυψη και κανέναν πειρασμό να υποσκελίσει τα ιδεώδη της πίστης τους. Επρόκειτο περί μίας ιδανικής πλην όμως όχι καθολικά ισχύουσας συνθήκης. Δεν ήσαν όλοι οι "άγριοι" ευγενείς, εφόσον στην ευρύτερη περιοχή υπήρξαν και φυλές κανιβάλων, όπως οι σφαγέντες υπό Πορτογάλων Goitaca και οι Kalinago. Αργότερα, ιδίως μετά τον Διαφωτισμό, υπήρξαν και αποικιοκράτες σκληροί και άπληστοι. Η προσήνεια των Πορτογάλων ελάχιστη σχέση είχε με τον επιστημονικό ρατσισμό των Αγγλοσαξόνων του 19ου αιώνος, που έβλεπαν διαφόρους ιθαγενείς σαν κατώτερα θηρία προς δάμασμα. Υπήρξαν και ενδιάμεσες καταστάσεις. Τον 16ο αιώνα, οι Ισπανοί, αφού συγκλονίστηκαν με τις χιλιάδες ανθρωποθυσίες και παιδοθυσίες των Αζτέκων, συμμάχησαν με καταπιεσμένες από εκείνους φυλές και τους εξόντωσαν, οικειοποιούμενοι τον άφθονο χρυσό τους. Συμπερασματικά, είναι τουλάχιστον προβληματικές οι άκριτες γενικεύσεις νεοαριστερών που καλλιεργούν μία συλλογική ενοχή συλλήβδην στους Ευρωπαίους για τα δεινά μίας υποτιθέμενα ομογενοποιημένης και διαβολικής "λευκής αποικιοκρατίας". Η κάθε περίπτωση ήταν διαφορετική και αυτή της Βραζιλίας ιδιαίτερη. Στο πέρας των αιώνων, οι Πορτογάλοι άποικοι ως επί το πλείστον ενσωματώθηκαν ομαλά στην χώρα του Αμαζονίου, αναμείχθηκαν με τους ντόπιους και δημιούργησαν έναν νέο, βραζιλιάνικο πολιτισμό, με παλαιο-ευρωπαϊκά, ινδιάνικα και λίγα αφρικανικά στοιχεία. Ομολογουμένως, η προκύψασα ανάμειξη δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ακόμη τέλεια ή ολοκληρωμένη, καθόσον η σύγχρονη βραζιλιάνικη κοινωνία εξακολουθεί να μαστίζεται από αντιθέσεις, με ενίοτε ταραχώδεις εκτονώσεις. Αυτό το ζήτημα όμως χρήζει ξέχωρης μελέτης...  


Γ.Σ.


Βιβλιογραφική αναφορά

Τα παρατιθέμενα κείμενα προέρχονται από την μετάφραση της επιστολής από την Μαρία Παπαδήμα, "Μεγαλειότατε, βρήκαμε τη γη του Μπραζίλ: Η επιστολή του Πέρο Βας ντε Καμίνια", εκδόσεις Αιώρα, Αθήνα 2021.     

Eduardo Dias, "Brazil's Birth Certificate: The Letter of Pero Vaz de Caminha", Pacific Coast Philology 1992, 27(1/2), σελ.10-15.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου