16 Μαρτίου 2022

Η Συνδιαλεκτική θεωρία του Eric Berne

  Ο Eric Berne (Eric Lennard Bernstein) ήταν ένας Αμερικανο-καναδός ψυχίατρος και ψυχαναλυτής, που διέπρεψε στην κοινωνική ψυχολογία. Παρότι είχε ως αφετηρία την ψυχοδυναμική σχολή των φροϋδιστών, δέχθηκε εξίσου ισχυρές επιρροές από τον γνωσιακό συμπεριφορισμό και προοδευτικά αποκόπηκε από αυτήν. Έγινε ευρύτερα γνωστός για την θεωρία του περί Συνδιαλεκτικής αναλύσεως (Transactional analysis), η οποία εξετάζει τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ των ανθρώπων με "οικονομιστικoύς" όρους και ενθυμίζει σε πολλά σημεία της τους Τέσσερις Λόγους του Jacques Lacan. 

  Ο Berne μετατόπισε την εστίαση της ψυχανάλυσης από το παρελθόν στο παρόν και, ειδικότερα, στο διαπροσωπικό πλαίσιο όπου εντάσσεται ο άνθρωπος. Ωστόσο, το παρόν δεν ανεξαρτητοποιείται από το παρελθόν, καθότι ο εγκέφαλος καταγράφει παιδιόθεν πρωτογενείς σκέψεις και συναισθήματα του ανθρώπου και τείνει να τα αναβιώνει σε μεταγενέστερες φάσεις της ζωής. Η συνδιαλεκτική ανάλυση έχει εφαρμογή στους ανθρώπους, εφόσον αυτοί γεννιούνται υγιείς-φυσιολογικοί, δύνανται να σκέπτονται και έχουν την ευθύνη των επιλογών τους, δηλαδή ορίζουν το μέλλον τους με αποφάσεις τις οποίες μπορούν να τις αλλάζουν. Το "Εγώ" του ανθρώπου, όπως αντανακλάται στην σκέψη, τα συναισθήματα και την συμπεριφορά του, δύναται να ευρίσκεται σε τρείς καταστάσεις, την κατάσταση του Παιδιού (Child state), του Γονέα (Parent state) και του Ενήλικα (Adult state), οι οποίες μας θυμίζουν αντιστοίχως το Εκείνο, το Υπερεγώ και το Εγώ του Φρόυντ. 

  Κάθε κατάσταση διέπεται από συγκεκριμένες ποιότητες. Στην κατάσταση του Παιδιού, το άτομο επανεμφανίζει στοιχεία της παιδικής του συμπεριφοράς, που μπορεί να είναι από την μια πλευρά συναισθηματισμός, αυθορμητισμός, ευθύτητα, παιχνιδιάρικη διάθεση και, από την άλλη πλευρά, αταξία, αντιδραστικότητα, συγκρουσιακή διάθεση και αγένεια.  Το εγώ που κυριαρχείται από αυτήν την κατάσταση ανήκει σε ένα Συναισθηματικό άτομο (Emotional Person). Στην κατάσταση του Γονέα, το άτομο αντιγράφει στάσεις και συμπεριφορές που έμαθε από τους γονείς του όταν ήταν παιδί και δύναται να εκδηλώνει αφενός παιδαγωγική διάθεση, συμβιβαστικότητα, στοργή, διάθεση για παροχή φροντίδας και αγάπης και, αφετέρου, προκατειλημμένες συμπεριφορές, διάθεση πατερναλισμού, εντοπισμού λαθών, κριτικής των άλλων και επιβολής τιμωριών. Το εγώ που κυριαρχείται από την κατάσταση Γονέα ανήκει σε ένα Προγραμματικό άτομο (Programmatic Person). Τέλος, η κατάσταση του Ενήλικα φυσιολογικά λειτουργεί ως γεφυροποιός και εξισορροπιστής μεταξύ των δύο προαναφερθεισών, καθώς εξετάζει εάν οι στάσεις εκείνων ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και περιγράφει εν γένει την λογική πλευρά του του ατόμου. Ο ψυχικά ενηλικιωμένος καταγράφει ψύχραιμα και αντικειμενικά τα δεδομένα του περιβάλλοντος και τα επεξεργάζεται με υπολογισμούς για την ανεύρεση ρεαλιστικών λύσεων, που δέχονται ή απορρίπτουν ορθολογικά τις θέσεις του Παιδιού και του Γονέα. Το εγώ που κυριαρχείται από την κατάσταση Ενήλικα αντιστοιχεί σε ένα Πραγματιστικό άτομο (Matter-of-Fact Person). Υπό φυσιολογικές συνθήκες, το ανθρώπινο Εγώ παρουσιάζει και τις τρεις καταστάσεις, αρμονικά ισορροπημένες μεταξύ των. Τυχόν ανισορροπία μεταξύ των, με επικράτηση μίας καταστάσεως, επιδέχεται ψυχοθεραπευτικής παρεμβάσεως στα πλαίσια της συνδιαλεκτικής αναλύσεως, όπως θα δούμε παρακάτω.  

  Κεντρικό ρόλο στην σκέψη του Berne διαδραματίζει η έννοια της Συναλλαγής (Transaction), η οποία εκφράζει μία στοιχειώδη μονάδα κοινωνικής διαδράσεως, ήτοι μία στοιχειώδη αλληλεπίδραση μεταξύ δύο ανθρώπων. Η Συναλλαγή εκκινείται από το ερέθισμα ενός ατόμου προς ένα άλλο άτομο, που αποκρίνεται με μια απάντηση ή συμπεριφορά στο ερέθισμα. Με βάση τα όσα μηνύματα έχει εγγράψει στον εγκέφαλό του κατά την παιδική ηλικία και όσες αποφάσεις έχει λάβει συνακόλουθα, το άτομο διαμορφώνει μία υπαρξιακή θέση μέσα από την οποία βλέπει τον εαυτό του και τον άλλον στα πλαίσια του εκάστοτε συναλλακτικού σεναρίου. Μέσω της υγιούς ανατροφής, το άτομο πιστεύει ότι είναι και το ίδιο και οι άλλοι εντάξει, δηλαδή αποδέχεται και τον εαυτό του και τους άλλους. Όμως διάφορα βιώματα μπορούν να οδηγήσουν σε εναλλακτικές θέσεις: εγώ εντάξει- εσύ όχι εντάξει (απομόνωση και προδιάθεση για εξουσιαστικές σχέσεις), εγώ όχι εντάξει- εσύ εντάξει (ανασφάλεια και συναισθήματα κατωτερότητος), ούτε εγώ ούτε εσύ εντάξει (παραίτηση και αυτο-ματαίωση). 

  Σε μία Συναλλαγή, ο τρόπος δια του οποίου το άτομο εξωτερικεύει το ερέθισμα, δίνει την απάντηση και βλέπει τον εαυτό του ως παράγοντα αυτής της συναλλαγής εξαρτάται από τις ποιότητες της καταστάσεως που κυριαρχεί στο Εγώ του. 

Ένα "ελεύθερο παιδί" φυσιολογικά προσφέρει το ερέθισμα με πάθος και φιλικότητα, ενώ την απάντηση με εξωστρέφεια και ειλικρίνεια, και το ίδιο αισθάνεται ελεύθερο. Σε περιπτώσεις εκτροπής, δίνει το ερέθισμα με ενοχλητικό και ανεξέλεγκτο τρόπο, ενώ απαντά με εγωκεντρισμό ή περιφρόνηση για τον άλλο και το ίδιο μπορεί να παραμελεί τον εαυτό του. 

Ένα "προσαρμοσμένο παιδί" φυσιολογικά προσφέρει το ερέθισμα ζητώντας βοήθεια ή αμφισβητώντας, ενώ απαντά με ευγένεια ή διάθεση συμμορφώσεως ή απροθυμία. Το ίδιο έχει υπομονή και ανέχεται την απογοήτευση. Σε περιπτώσεις εκτροπής, δίνει το ερέθισμα με γκρίνια ή παθητικότητα ή ντροπή-επιφυλακτικότητα ή κυνισμό, ενώ απαντά με τυφλή συμμόρφωση ή τυφλή άρνηση, καθώς το ίδιο αισθάνεται ανήμπορο, ανήσυχο ή ένοχο.  

Ενός "σπλαχνικού γονέα" το ερέθισμα φανερώνει πρόθεση παροχής βοήθειας και προστασίας, ενώ η απάντησή του χαρακτηρίζεται από κατανόηση και συμπόνοια. Ο ίδιος αισθάνεται αυτοεκτίμηση. Σε περιπτώσεις εκτροπής, δίνει το ερέθισμα και απαντά επιδεικνύοντας κτητικότατα έναντι του άλλου, στον οποίο προκαλεί δυσφορία, ενώ ο ίδιος έτσι συντηρεί την εικόνα που θέλει να έχει για τον εαυτό του. 

Ένας "επικριτικός γονέας" δίνει το ερέθισμα με επιθετικό και προκλητικό τρόπο, ενώ απαντά λέγοντας "όχι" και χαράσσοντας όρια, καθώς ο ίδιος διατηρεί αυτοπειθαρχία κρίνοντας και τον εαυτό του. Σε περιπτώσεις εκτροπής, δίνει το ερέθισμα εκφράζοντας ηθικισμό και διάθεση επιβολής απαγορεύσεων και απαντά με ασέβεια και αυτο-ανάδειξη, ενώ ο ίδιος καταπιέζει τον εαυτό του και ενίοτε αποκρύπτει τις δεξιότητές του.  

Τέλος, ο "ενήλικας" προσφέρει το ερέθισμα καθιστώντας σαφείς τις προθέσεις του, απαντά με διαπραγμάτευση και ο ίδιος λαμβάνει εύκολα αποφάσεις για τον εαυτό του. Σε περιπτώσεις εκτροπής, δίνει το ερέθισμα με μονολόγους, απαντά εκλογικεύοντας -ίσως και αυθαίρετα- την συμπεριφορά του άλλου και ο ίδιος υπεραναλύει τις διάφορες περιστάσεις. 


  Η έκβαση μίας συναλλαγής εξαρτάται από το ποιόν των δύο συνδιαλεγομένων. Η ομαλότερη συναλλαγή είναι αυτή μεταξύ δύο "ενηλίκων", η οποία ολοκληρώνεται επιτυχώς και αμοιβαία επωφελώς και ονομάζεται Ευθεία (Straight Transaction). Συμπληρωματική (Complementary Transaction) αποκαλείται η συναλλαγή καθ' ήν οι συνδιαλεγόμενοι εκφράζουν διαφορετικές καταστάσεις του εγώ, αλλά καταφέρνουν να επικοινωνούν δίχως συγκρούσεις, π.χ. όταν ένας σπλαχνικός γονέας προσφέρει βοήθεια σε ένα παιδί. Ωστόσο, εάν εκφράζουν διαφορετικές καταστάσεις του εγώ, τότε ενδέχεται ένας εκ των δύο να δώσει μία ανεπιθύμητη για τον άλλον απάντηση, όπως π.χ. μια άκαμπτη προσταγή ή μια τιμωρητική κατάκριση από έναν επικριτικό γονέα ή μια αυθάδης άρνηση από ένα παιδί. Σε αυτήν την περίπτωση, προκύπτει μία Διασταυρωμένη συναλλαγή (Crossed Transaction), η οποία οδηγεί σε σύγκρουση. 

  Οι άνωθεν εκπεφρασμένες αρχές της συνδιαλεκτικής αναλύσεως παρουσιάζουν και ψυχοθεραπευτικές εφαρμογές. Ο ψυχαναλυτής καλείται να υποδυθεί συγκεκριμένες καταστάσεις του εγώ, ανάλογα με την κατάσταση στην οποία είναι προσκολλημένος ο θεραπευόμενος, προκειμένου να του προκαλέσει την κατάλληλη αλλαγή στάσεως. Η συνδιαλεκτική ψυχανάλυση αποσκοπεί στην επίτευξη αυτογνωσίας εκ μέρους του θεραπευομένου, στην υγιή έκφραση συναισθημάτων και αναγκών του και στην δυνατότητα να ανοίγεται με οικειότητα και ειλικρίνεια στους άλλους. Για όλους αυτούς τους λόγους, λοιπόν, η συνδιαλεκτική ανάλυση έχει και παιδαγωγικές εφαρμογές. Επί παραδείγματι, για την αντιμετώπιση ενός αντιδραστικού παιδιού, ο παιδαγωγός καλείται να διαγνώσει την ψυχολογική του κατάσταση, να αποποιηθεί τον συγκρουσιακό ρόλο του επικριτικού γονέα και να το πλησιάσει, προβάλλοντας αρχικά μια "ευθεία" κατάσταση που συγκροτείται από θετικές ποιότητες του "ελεύθερου παιδιού" (φιλικότητα, εξωστρέφεια, παιγνιώδης διάθεση). Στην συνέχεια, αφού κερδίσει έτσι την εμπιστοσύνη του παιδιού συσχετιζόμενος μαζί του, μπορεί να υιοθετήσει την κατάσταση του "σπλαχνικού γονέα", παρέχοντάς του φροντίδα και βοήθεια, με απώτερο σκοπό να προβιβαστούν από κοινού στην ψυχικά "ενήλικη" κατάσταση, στην οποία το παιδί θα συνειδητοποιήσει λογικά τις ευθύνες του και θα φέρεται ώριμα. 

Συμπεράσματα

  Ο Eric Berne, ακολουθώντας μία πνευματική πορεία παράλληλη με του Λακάν, ανέδειξε την κοινωνική διάσταση του ανθρώπου, ο οποίος σε σχέσεις προσώπων διαμορφώνει τους άλλους και διαμορφώνεται από αυτούς. Ακόμη κι αν δεν το συνειδητοποιούμε πάντα, προσαρμόζουμε την σκέψη και την συμπεριφορά μας ανάλογα με το κοινωνικό περιβάλλον που συγκροτούν οι σχέσεις μας. Και ο χειρότερος βασανιστής του αθλιοτέρου καθεστώτος, όταν βρίσκεται μαζί με την οικογένειά του, μπορεί να διδάσκει στα παιδιά του να αγαπούν και να μην κακοποιούν τα ζωάκια. Τα πρόσφατα ιστορικά παραδείγματα τέτοιων γνωστικών ασυμφωνιών είναι αναρίθμητα. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου... 



Βιβλιογραφική αναφορά

Eric Berne. Transactional Analysis in PsychotherapySouvenir Press, 1996. 

Mark Widdowson. Συναλλακτική Ανάλυση: 100 σημεία κλειδιά και τεχνικές (επιμ. Π. Ασημάκης). Εκδ. Ψυχογιός, 2011


Φ.Π., Γ.Σ., © Φιλαλήθεια 2022. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου