8 Δεκεμβρίου 2020

Ο βίος του Αγίου Χριστοδούλου του Νεομάρτυρος

Γράφει ο Αθανάσιος Κουκόπουλος, Τμήμ. Ιστορίας-Αρχαιολογίας Α.Π.Θ.


   Ο Άγιος Χριστόδουλος ο Κασσανδρινός είναι ένας μεγάλος άγιος δύο ενοριών της Ιεράς Μητρόπολης Θεσσαλονίκης, του ναού του Αγίου Αθανασίου και του ναού του Αγίου Μηνά. Έζησε τον 18ο αιώνα. Γεννήθηκε στο χωριό Βάλτα (σημερινή Κασσάνδρεια), στην Κασσάνδρα Χαλκιδικής. Ζούσε με φόβο Θεού, δηλαδή με σεβασμό και μέριμνα για την τήρηση των εντολών Του. Σε μικρή ηλικία έφυγε από τον τόπο καταγωγής του και έφτασε στη Θεσσαλονίκη, όπου εκπαιδεύτηκε δίπλα σε έναν ράφτη να φτιάχνει χονδρά μάλλινα υφάσματα και κάπες. Ταξίδευε συχνά μαζί με άλλους ράφτες. Σε ένα από αυτά τα ταξίδια του, στη Χίο, ο Χριστόδουλος αγόρασε έναν αζωγράφητο σταυρό που δεν είχε μέγεθος παραπάνω από δύο σπιθαμές, όπως μαρτυρεί ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Όταν επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, πλήρωσε, για να ζωγραφιστεί και τον δώρισε στο ναό του Αγίου Αθανασίου. Ήταν μάλιστα και φίλος του νεωκόρου του ναού.

    Κάποια φορά ένας Βούλγαρος θέλησε να μεταστραφεί στο Ισλάμ. Αυτό λύπησε ιδιαίτερα τον Χριστόδουλο, ο οποίος πήρε τότε την απόφαση να μαρτυρήσει. Στις 26 Ιουλίου 1777 χωρίς να φανερώσει τις προθέσεις του, έγραψε όλα τα αμαρτήματα που έκανε από τη νεότητά του και πήγε στον πνευματικό να εξομολογηθεί. Την επομένη θυμήθηκε ότι ξέχασε κάποια αμαρτήματα και κατόπιν παρακινήσεως του φίλου του, του νεωκόρου του Αγίου Αθανασίου, προσήλθε ξανά στο μυστήριο της μετανοίας. Τη νύχτα έμεινε στο σπίτι του νεωκόρου. Το πρωί της 28ης Ιουλίου σηκώθηκε πιο νωρίς από τον φίλο του, άνοιξε αυτός την εκκλησία και άναψε μόνος του τα καντήλια. Μετά το πέρας της θείας λειτουργίας ζήτησε τον σταυρό που είχε δωρίσει. Ήθελε να κάνει αντίγραφό του, για να ομολογήσει με αυτό την πίστη του στον Χριστό. Κατόπιν πήγε στη δουλειά του.

    Όταν σήμαναν τα νταούλια και ήρθε η ώρα να εορταστεί η περιτομή εκείνου του Βούλγαρου, ο Χριστόδουλος παράτησε τα πάντα και παίρνοντας μόνο το σταυρό κίνησε για το καφενείο, όπου συνάχθηκε πλήθος μουσουλμάνων. Απευθυνόμενος στον αδελφό αυτό του είπε: «Αδελφέ, τι έπαθες; Να η πίστη μας στον Χριστό, που σταυρώθηκε για την αγάπη μας. Εσύ γιατί αφήνεις τον Χριστό τον Σωτήρα σου και γίνεσαι Τούρκος;». Κανένα ενδιαφέρον όμως δεν υπήρχε από πλευράς αυτού του εξωμότη. Ο Χριστόδουλος τον πλησίαζε περισσότερο και του προέτασσε τον σταυρό λέγοντας: «Φίλησε, αδελφέ, τον σταυρό του Κυρίου μας!». Ο Βούλγαρος αρνιόταν. Τότε οι παρόντες γενίτσαροι, δηλαδή οι εξισλαμισμένοι πρώην χριστιανοί στρατιωτικοί, θέλησαν να τον κάνουν να φύγει. Ο Άγιος αντιδρούσε και πλησίαζε ξανά λέγοντας: «Εγώ με εσάς δεν έχω να κάνω τίποτε. Αλλά με αυτόν τον αδελφό μου, που ζητά να αρνηθεί την πίστη του». Οι γενίτσαροι εξαγριωμένοι του επιτέθηκαν και τον χτύπησαν και τον μαχαίρωσαν πολλές φορές πίσω στον λαιμό και στο κεφάλι, με αποτέλεσμα τα αίματα να ρέουν ποτάμι.

    Κατόπιν, τον έδεσαν και τον οδήγησαν όρθιο στον αγά των γενιτσάρων, ο οποίος ήταν ο ανώτατος στρατιωτικός διοικητής της Θεσσαλονίκης. Μάλιστα το «πρόβατον τοῦτο, ὃ ἐπὶ σφαγὴν ἦχθη» κρατούσε τον σταυρό στο χέρι. Τότε συνέπεσε να περάσει από τον δρόμο ο μέγας οικονόμος (εκκλησιαστικό αξίωμα που έφερε κάποιος ιερέας ή διάκονος και με τη συνοδική μεταρρύθμιση των μέσων του 18ου αι. είχε καθαρά τιμητικό χαρακτήρα). Ο Χριστόδουλος δίχως να λογαριάσει πως ήταν δεμένος προσπάθησε να κάνει εδαφιαία μετάνοια, δείχνοντας έτσι πώς πρέπει να σεβόμαστε τους κληρικούς.

    Μετά από αυτόν τον αγά τον πήγαν στον μουλά (ή μολλά), δηλαδή στον ανώτατο δικαστικό άρχοντα της πόλης. Ο τελευταίος τον ρώτησε: «Ποιος σε έστειλε να κάνεις αυτό το πράγμα;». Ο δούλος του Χριστού απάντησε: «Κανένας άνθρωπος δε με έστειλε, αλλά ο Χριστός». Τότε ο μολλάς του λέει: «Άστα αυτά και γίνε Τούρκος». Με θάρρος του αποκρίθηκε ο Άγιός μας: «Κι εσύ άσε τον τουρκισμό και γίνε χριστιανός». Ακούγοντας αυτά τα λόγια ο μολλάς διέταξε να τον δείρουν, όχι όμως και να τον θανατώσουν. Οι γενίτσαροι πνέοντας μένος εναντίον του ζητούσαν να τους αφήσει να τον θανατώσουν, διαφορετικά θα γινόταν παρανάλωμα του πυρός μέσα στο δικαστήριό του.

    Φοβισμένος ο μολλάς παρέδωσε τον Χριστόδουλο να τον πάνε στον μουσελίμη (αξίωμα που συμπεριλαμβανόταν σε μια κατηγορία πολιτικοστρατιωτικών αξιωμάτων με ακαθόριστες κάποτε περιφέρειες και αρμοδιότητες). Με το σχοινί στον λαιμό ο Άγιος σερνόταν από δω κι από κει και εξευτελιζόταν ως γνήσιος μιμητής του Χριστού, ώσπου έφτασε στον μουσελίμη. Ο τελευταίος τον ρώτησε για εκείνο που αποπειράθηκε να κάνει, καθώς και για να τουρκέψει. Ο ομολογητής της πίστεώς μας απάντησε τα ίδια που είχε ομολογήσει και στον μολλά. Ο μουσελίμης διέταξε τότε να του δώσουν 204 ξυλιές στα πόδια. Η γη φυσικά κοκκίνισε από το αίμα. Ύστερα τον τραβούσαν με τη βία, για να πάνε να τον κρεμάσουν. Διαβαίνοντας την αγορά ο Άγιός μας έλεγε σε όσους χριστιανούς συναντούσε: «Συγχωρήστε με, αδελφοί, και ο Θεός θα σας συγχωρήσει». Και απαγχονίστηκε έμπροσθεν του ναού του Αγίου Μηνά ο όντως μακάριος στις 28 Ιουλίου 1777 (οπότε και τιμάται η μνήμη του).

    Οι Αγαρηνοί του έβγαλαν τα ρούχα και κρέμασαν τον σταυρό πίσω στη ράχη του. Το σώμα αυτού του αθλητή του Χριστού έμεινε κρεμασμένο για δύο ημέρες. Οι χριστιανοί έδωσαν τότε 600 γρόσια, για να πάρουν το τίμιο λείψανό του και να το ενταφιάσουν με τιμές. Οι άρρωστοι που καπνίζονταν ή σφραγίζονταν με το σχοινί και το πουκάμισό του γιατρεύονταν. Μαζί με τα σωματικά ας λάβουμε και εμείς πνευματικά ιάματα με τις πρεσβείες του Αγίου των δύο αυτών ενοριών της Θεσσαλονίκης. Αμήν.

 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως.

Θεῖον βλάστημα, τῆς Κασσανδρείας, καὶ τῆς πίστεως, νέος ὁπλίτης, ἀνεδείχθης Νεομάρτυς Χριστόδουλε· τοῦ γὰρ Σωτῆρος κηρύξας τὸ ὄνομα, τὸν δι’ ἀγχόνης ὑπέμεινας θάνατον. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.


Εις μνήμην του αγαπημένου μου παππού Στέργιου. 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

·      Papadopoullos Theod., Studies and documents relating to the history of the Greek church and people under Turkish domination, Variorum, Aldershot 19902.
·      Γερασίμου Μικραγ. (Μοναχ.), Ακολουθία των εν Αγίοις πατέρων ημών Μηνά, Βίκτωρος και Βικεντίου και του νεομάρτυρος Χριστοδούλου του εκ Κασσάνδρας, έκδ. Ιερού Ναού Αγ. Μηνά Θεσ/νίκης, Θεσσαλονίκη 1985.
·      Μακαρίου Σιμων. (Ιερομ.), Νέος συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Ιούλιος, τόμ. 11ος, εκδ. Ίνδικτος, Αθήναι 2008.
·      Νικοδήμου Αγιορ., «Νέον Μαρτυρολόγιον», δηλαδή μαρτυρία των νεοφανών μαρτύρων-Απόδοσι στη νεοελληνική, έκδ. Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Ιερά Καλύβη «Άγιος Σπυρίδων Α΄», Νέα Σκήτη, Άγιον Όρος 2012.
·      Παπαγιαννόπουλος Απόστ., Ιστορία της Θεσσαλονίκης, εκδ. Ρέκος, Θεσσαλονίκη 19952.
·      Παπαρούνη Παναγ. Ν., Τουρκοκρατία: πτώση-γενοκτονία, διοίκηση-δικαιοσύνη, οικονομία, κοινωνική και οικογενειακή ζωή, θρησκευτική ζωή, γράμματα και τέχνες, αντίσταση και ανάταση, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου