20 Αυγούστου 2020

Οι έννοιες της "Δημοκρατίας", του Πολιτεύματος και της Πολιτικής

Σήμερα, τέσσαρα έτη μετά την έκδοση του βιβλίου, ενδεχομένως οι θέσεις μας να έχουν διαφοροποιηθεί σε 1-2 σημεία, αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία. Το ακόλουθο μακροσκελές κείμενο εγείρει πηγαίους προβληματισμούς για θέματα "ταμπού", συνθλίβοντας τα χοντροκομμένα καλούπια της τυποποιημένης σκέψεως που προπαγανδίζουν τα Μ.Μ.Ε. κι εν γένει το σύστημα. Είναι ένα κείμενο που αντιδρά στην σήψη των καιρών μας, είναι ένα κείμενο επαναστατικό και ως τέτοιο θα πρέπει να αντιμετωπίζεται. Επιπλέον ενδιαφέρον παρουσιάζει στο τέλος η πολιτειακή αντιπρόταση με βάση την αξιοκρατία του πνεύματος.      

Από το βιβλίο "Η Πολιτική Ιστορία της Ελλάδος και ο άνωθεν παρεμβατισμός: μία αντισυμβατική προσέγγιση" του Ι.Σαρρή, εκδόσεις Ρήσος, Αθήνα 2016, σελ. 257-273


Κατ’ εμέ, το κάθε πολιτικό σύστημα και πολίτευμα οφείλει να περιστρέφεται πέριξ δύο θεμελιωδών αξόνων, της έλλογης ελευθερίας και της ειλικρινείας. Θεωρώ σημαντικότερο τον δεύτερο, καθώς υπό την επίγνωση της αληθείας δύνασαι να φθάσεις στην αυθυπέρβαση, στην κατάκτηση της πνευματικής και ουσιαστικής ελευθερίας, αλλά το αντίστροφο δεν είναι πάντα εφικτό. «Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν, καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ιω. 8,32) Επιπλέον, η χρήση του πρώτου όρου καθίσταται συχνά επικίνδυνη και παρανοούμενη, γεγονός που ανέκαθεν εξεμεταλλεύοντο διάφοροι επιτήδειοι. Ετούτοι, εις το όνομα της άλογης και άναρχης ελευθερίας, επέβαλλαν τις πιο απάνθρωπες τυραννίες. Δεν έχει νόημα να ψηφίζεις αυτοβούλως την εκάστοτε μαριονέτα, καθ’ όσον δεν σου επιτρέπεται η ελεύθερη σκέψη και έκφραση. Μήπως, λοιπόν, αρκετές μορφές του συγχρόνου δημοκρατικού κοινοβουλευτισμού αποτελούν μία τέτοια παρεκτροπή;


Η Δημοκρατία

Στην εποχή μας, η κοινοβουλευτική δημοκρατία παρουσιάζει κάποιες συγκεκριμένες ατέλειες, μολονότι αποτελεί την «ιερή αγελάδα» για τους φορείς του νεωτερισμού, τα ΜΜΕ και το επικρατούν πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό κατεστημένο. Ενδέχεται να διέπεται όντως από τινά πλεονεκτήματα εν συγκρίσει με άλλα πολιτεύματα, όμως συνεχίζει να είναι ένα απλό ανθρώπινο πολίτευμα. Εάν βλασφημήσεις, βεβηλώσεις έναν ιερό χώρο, κάψεις την σημαία της χώρας σου, εξυμνήσεις τα «κονσερβοκούτια» του «ηρωικού ΕΑΜ», τελέσεις αίσχη δημοσίως ή καταχρασθείς λίγο δημόσιο χρήμα, δεν θα σε ενοχλήσει κανείς. Απεναντίας, εφόσον συνδυάσεις όλα τα παραπάνω σε συστηματική βάση, πιθανόν να φιλοξενηθείς σε κάποιο «προοδευτικό» τηλεοπτικό πάνελ ή και να αναλάβεις ένα σημαντικό πόστο. Εάν όμως τολμήσεις να αμφιβάλεις κοσμίως για την ορθότητα του πολιτεύματός μας, θα σε φάει το μαύρο σκοτάδι, ίσως και τα σίδερα της φυλακής, διότι, στις μέρες μας, οι αυθαίρετα εκτοξευόμενες ταμπέλες του συντηρητικού και του φασίστα ισοδυναμούν με εισαγγελικό ένταλμα.  Ακόμη και αν δεν θα έχετε τελέσει αποδεδειγμένα μία αξιόποινη πράξη, θα εφεύρουν αυτοί κάτι. Η δημοκρατική ρήση του Βολταίρου: [«διαφωνώ με την άποψή σου αλλά θα αγωνίζομαι μέχρι τέλους για να μπορείς να την εκφράζεις»] συνιστά ένα εύσχημο ευφυολόγημα, του οποίου το περιεχόμενο σχεδόν ποτέ δεν εφαρμόσθηκε από πολυδιαφημισμένα δημοκρατικά καθεστώτα. Το ύψιστον γαρ προσόν του κατ’ επάγγελμα δημοκράτου είναι να επικαλείται την δημοκρατία όποτε τον συμφέρει. Πολλοί πιστεύουν ότι το κατάντημα αυτό συνάδει με τα σημεία των καιρών. Θεωρώ τούτη την άποψη σωστή, αλλά εν μέρει ελλιπή.

Εάν προσεγγίσουμε το δημοκρατικό πολίτευμα αρχικώς σε θεωρητικό επίπεδο, θα εντοπίσουμε ορισμένες αδυναμίες. Κατά πρώτον, άπαντες έχουν ισάξια γνώμη επί παντός επιστητού. Σε ένα θέμα γεωργικής φύσεως, το οποίο επηρεάζει κυρίως τους αγρότες, η γνώμη ενός δικηγόρου ισούται με την γνώμη εκείνων. Σε ένα επιστημονικό θέμα, η γνώμη ενός μανάβη ισοδυναμεί με αυτήν των αρμοδίων. Σε θέματα γενικού ενδιαφέροντος, η γνώμη ενός εντίμου και ευφυούς πολίτου ισοδυναμεί με αυτήν του καθενός κουτοπόνηρου απατεωνίσκου. Η καλλιεργούμενη πολυφωνία σε κάθε τι συνθέτει ένα χαοτικό μωσαϊκό απόψεων, αβασίμων στην πλειοψηφία τους, οι οποίες ίσως και να εξυπηρετούν υστερόβουλες σκοπιμότητες. Το γεγονός ότι με μία απόφαση συναινούν πολλοί, δεν προσδίδει σε αυτήν επιπλέον ορθότητα. Επιπροσθέτως, στην δημοκρατία οι 51 δικαιούνται να καταπιέζουν την βούληση των 49, ακόμη και αν έχουν άδικο. Ένα ιδανικό πολίτευμα οφείλει να μεριμνά για την κατά το δυνατόν ικανοποίηση όλων των πολιτών, τηρώντας βέβαια και το μέτρο της αναλογίας.

Το 415 π.Χ. οι Αθηναίοι, σχεδόν ομοφώνως, εξουσιοδότησαν τον λαοπλάνο Αλκιβιάδη να διεξαγάγει μία στρατηγικώς ηλίθια εκστρατεία στην Σικελία, εξ’ αιτίας της οποίας ο στόλος τους διαλύθηκε και εκείνοι στην συνέχεια έχασαν τον πελοποννησιακό πόλεμο. Εν συνεχεία, ο πρωταίτιος Αλκιβιάδης απλώς μετεπήδησε στα αντίπαλα των Αθηναίων στρατόπεδα. Οι πλείστοι Αθηναίοι ήσαν γαρ άσχετοι με την στρατηγική και δεν άκουσαν τους ειδικούς, παρά μόνον θαμπώθηκαν από ευφάνταστες ρητορείες δημαγωγών. Και από στατιστικής σκοπιάς, σε όλες τις εποχές, οι ευφυείς άνθρωποι πάντοτε αποτελούν την μειοψηφία στην κοινωνία, ενώ οι έντιμοι ευφυείς άνθρωποι είναι ένα είδος υπό εξαφάνιση. Οι υπόλοιποι μοιραία συγκροτούν την «μάζα» και συνήθως δρουν σύμφωνα με την ψυχολογία της μάζας. Λέγεται αληθώς πως η αποδοτικότης της δημοκρατίας εξαρτάται από την παιδεία των πολιτών. Βέβαια, η ουσιώδης Παιδεία είναι προσιτή σε λίγους, δεν κατακτάται με τυπικούς εκπαιδευτικούς τίτλους και δεν εγγυάται πάντοτε ανοσία στις υποβολές της μαζικής ψυχολογίας. Δεν επιδοκιμάζω την κατάσταση αυτή και μακάρι να βρισκόταν ένας τρόπος για να εμφυσηθεί ευθυκρισία και πνευματική καλλιέργεια στο σύνολο του κοινωνικού ιστού. Δυστυχώς, όμως, η νοητική ραστώνη και η άκριτη συμφεροντολογία υπερέχουν. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιοι που επιδοκιμάζουν αυτήν την κατάσταση και την εκμεταλλεύονται στο έπακρο: οι ανέντιμοι ευφυείς άνθρωποι, οι αυτόκλητοι εκλεκτοί και θεματοφύλακες της Δημοκρατίας.

Ένιοι πιστεύουν ότι οι παθογένειες αυτές θα λυθούν με περαιτέρω δημοκρατία. Ωστόσο, η «Άμεση Δημοκρατία», όπως εφαρμόστηκε π.χ. στην αρχαία Αθήνα, θα εντείνει τα προαναφερθέντα προβλήματα και, μέσα στην υποβόσκουσα χαοτική αναρχία, πιθανόν οι «ανέντιμοι» να πραγματώνουν τα συμφέροντά των με διακριτικώς τροποποιημένες τακτικές, πλην όμως εξίσου αποδοτικές. Η δημοκρατία επικαλείται την ελευθερία και, συνήθως, ευστοχότατα θέτει τα όρια της ατομικής ελευθερίας του υποκειμένου στο σημείο όπου ξεκινούν τα ατομικά δικαιώματα των υπολοίπων. Ώστε υπάρχουν όρια στην ελευθερία; Πάντως, η έννοια του μέτρου δεν άπτεται της αρετής, η οποία μπορεί να εξελίσσεται από τον άνθρωπο εις το διηνεκές. Επομένως, ο χαρακτηρισμός ενός ατόμου ως «ακραία ενάρετου», «ακραία καλοσυνάτου» ή «ακραία πατριώτη» φαντάζει ανεδαφικός. Η όποια εναντίον του μομφή πρέπει να προσδιορίζει τις εφαρμοζόμενες πρακτικές· όχι τα ψυχικά του προτερήματα. Βέβαια, η ελευθερία, ούσα μέσον και όχι αυτοσκοπός του όντος, δεν αποτελεί ανθρώπινη αρετή, αλλά απλώς μία ευκταία κατάσταση· και στις καταστάσεις το μέτρο καθίσταται επιβεβλημένο. Ειδεμή έπεται το χάος, εντός του οποίου οι δημιουργικές δυνάμεις και τα δημιουργήματά των εξαφανίζονται. Μέσω του χάους, όπως άλλωστε η ιστορία έχει αποδείξει, η άναρχη και άλογη ελευθεριότητα οδηγεί νομοτελειακά σε απάνθρωπες τυραννίες. Το γνωστό μασωνικό γνωμικό "ordo ab chao" (τάξη εκ του χάους) υποκρύπτει γαρ πολλά μηνύματα…

Οι δημοκρατικοί θεσμοί, όμως, που επικαλούνται αλόγιστα την ελευθερία, αυτοαναιρούνται στην περίπτωση δυνητικής υπονομεύσεως των 49 από τους 51. Σε άλλες ακραίες περιπτώσεις, εφευρίσκουν τα νομικά τεχνάσματα και θέτουν τα αμφιλεγόμενα δικαιώματα μίας μειοψηφίας υπεράνω των ατομικών δικαιωμάτων της πλειοψηφίας, όπως της ελευθερίας της εκφράσεως (βλ. αντιρατσιστικοί νόμοι). Θεωρώ ότι το εκλογικό σώμα, που αποφασίζει αβασάνιστα την υποθήκευση της πατρίδος μου και αναδεικνύει τον Τσίπρα, δεν δικαιούται να κρίνει δια της επικινδύνου ψήφου του το μέλλον μήτε εμού μήτε των επομένων γενεών. Από μία παρηκμασμένη κοινωνία, της οποίας τα σχολεία θα διδάσκουν στα νήπια πως δεν έχουν ακόμη ανακαλύψει το γενετήσιο φύλο τους, εγώ θα προτιμήσω να αυτοεξορισθώ και σε δεύτερη φάση θα την πολεμήσω· δεν πρόκειται να σεβασθώ επ’ ουδενί τους παραφυσικούς θεσμούς της. Προσέτι, η δημοκρατία ποτέ δεν θέτει σε δημοκρατική ψηφοφορία το ερώτημα για την διατήρηση αυτής και αν η πλειοψηφία αποφάσιζε την κατάργηση της, η βούλησή της δεν θα εισακουόταν υπό του μη αιρετού υπογείου μηχανισμού των «αιρετών».

Η ουσία της δημοκρατίας ερείδεται στην πλάνη της ισότητος, παραβαίνουσα τους νόμους της Φύσεως, που εκ των πραγμάτων επιβάλλουν σε όλους τους τομείς την αρμονική ανισότητα. Κατ’ αρχάς, οι όποιες απόπειρες εξισωτισμού συνήθως οδηγούν σε προς τα κάτω ισοπέδωση. Η απόλυτη ισοπεδωτική ισότητα καθαγιάζεται αυθαίρετα από τον θεσμό της δημοκρατίας και τα ολοκληρωτικά της προϊόντα (βλ. τις «λαϊκές δημοκρατίες» του κομμουνισμού). Ως έννοια ελλοχεύει στην διαφορετικότητα και την ποικιλομορφία, σε ιδιότητες σφυρηλατούσες την ιδιαίτερη ειδοποιό ταυτότητα του καθενός οργανισμού. Παραδόξως, εκείνοι που μανιωδώς κόπτονται για την «διαφορετικότητα» μεθοδεύουν ύπουλα την κατάλυσή της, μέσα από τις εξομοιωτικές λαίλαπες του πολυπολιτισμού και της παρεπομένης ομοιομόρφου διεθνιστικής μαζοποιήσεως των λαών. Επομένως, η μιγαδοποίηση αποτελεί εχθρό για την  γενετική ποικιλομορφία και η ανάσχεση αυτής ιερό καθήκον των εθνών. Ανισότης σημαίνει Δικαιοσύνη και Φυσική Ιεραρχία· δεν ενέχει ίχνος μισανθρωπισμού. Βεβαίως, από την Οντολογία συνάγεται ότι η αξία της ζωής του Ανθρώπου είναι ανεκτίμητη και η αξιοπρέπεια της υποστάσεώς του αδιαπραγμάτευτη, μη δεχόμενη εκπτώσεις. Ως εκ τούτου, εμείς θεωρούμε τους ανθρώπους όχι «ίσους» (δηλαδή πανομοιοτύπους κλώνους), αλλά ισοτίμους, ενώπιον της φύσεως και του Θεού. Ο καθείς άνθρωπος, η κάθε μία κοινωνία και το καθέν έθνος χαρακτηρίζεται από τα ιδιαίτερα προτερήματα και τα ελαττώματά του· αλλού υπερτερεί και αλλού μειονεκτεί. 

Επί παραδείγματι, οι λευκοί είναι πιο χειροδύναμοι από τους νέγρους και οι νέγροι περισσότερο ευλύγιστοι. Στο θέμα της «ισότητος των φύλων», επίσης επιχειρείται μέσω του φεμινισμού η αποδόμηση της αρχετυπικής ταυτότητος των φύλων, με αποτέλεσμα την δημιουργία μίας αφύσικης μέσης καταστάσεως. Η γυναίκα λόγω ισχυρού ψυχισμού είχε ανέκαθεν την ικανότητα να ανατρέφει επιμελέστερα τα παιδιά της και ο άνδρας λόγω σωματικών ιδιοτήτων να τα καταφέρνει καλλίτερα σε πρακτικές εργασίες. Η περιστασιακή εναλλαγή των φύλων σε κάποιους παραδοσιακούς ρόλους δεν είναι αθέμιτη· όμως η στανική ιδιοποίησίς των, εν ονόματι της «ισότητος», φαντάζει προβληματική και προοιωνίζει την αποτυχία. Επιπλέον, η δημοκρατία καταδικάζει απερίφραστα τις πολύσημες έννοιες του στερεοτύπου και της προ(κατα)λήψεως, παραβλέπουσα ότι δεν μπορεί να υπάρξει καπνός χωρίς φωτιά. Οι αβάσιμες, δυνάμει συκοφαντικές και μη επαληθεύσιμες, προκαταλήψεις πρέπει όντως να παραμερίζονται, κατόπιν λογικών διεργασιών και όχι ενστικτώδους μανίας. Εν τούτοις, όσες τεκμηριώνονται στο πέρας του χρόνου με λογικές μεθόδους ή στατιστικά συνιστούν μία a priori ιδέα των πραγμάτων για τον ανυποψίαστο ή άφρονα άνθρωπο και βάσει αυτών η κοινωνία δύναται να πορευθεί ομαλά για αιώνες. Εν τέλει, το κλειδί για την κοινωνική δικαιοσύνη συνίσταται στην παροχή απλώς ίσων ευκαιριών και την αναγνώριση της ισοτιμίας -όχι της ισότητος. Σε ένα ιδανικό πολίτευμα, ο γιατρός και ο σκουπιδιάρης θα αντιμετωπίζονται «άνισα», υπό την έννοια ότι θα αμείβονται αναλογικά με την δυσκολία της εργασίας των, αλλά θα θεωρούνται ισότιμοι και εξίσου εκτιμώμενοι, διατηρούντες τα ίδια δικαιώματα έναντι του νόμου. Εξάλλου, δίχως τον υπάλληλο της καθαριότητος και ο γιατρός μπορεί ν' αποθάνει από χολέρα.

Ένα ιδανικό πολίτευμα υποχρεούται να προάγει την αρμονική συνεργασία και όχι την πάλη των τάξεων. Στην δημοκρατία νομοτελειακά επικρατεί ένας οξύς ανταγωνισμός μεταξύ παραλλήλων συμφερόντων, μία γενική φαγωμάρα, η οποία πηγάζει και από την ωφελιμιστική και παραδοσιακώς ανάρμοστη στάση των αιρετών ταγών. Το θεωρητικό προνόμιο της ελευθερίας του λόγου ηθικώς αντισταθμίζει τα δεινά της κρατούσης εριστικότητος.

Αναμασάται ευρέως το επιχείρημα ότι η άρνηση της δημοκρατίας στον «τόπο που την γέννησε» συνιστά κάτι σαν αίρεση. Δεν καταλαβαίνω πώς η γεωγραφική εντοπιότης μίας καινοτομίας βελτιώνει και την ποιότητά της. Μήπως θα έπρεπε να εκτιμούμε και τον θεσμό του ρουσφετιού, υποθέτοντας ότι ανακαλύφθηκε στην Ελλάδα; Εξ’ άλλου, καλώς ή κακώς, το Ελληνικό Έθνος, κατά το μείζον χρονικό διάστημα της ιστορίας του, πορεύθηκε με απολυταρχικά πολιτεύματα (π.χ. μοναρχία). Σήμερα, οι περισσότεροι Έλληνες αγνοούν το αθηναϊκό αξίωμα του «Επωνύμου Άρχοντος», αλλά ο διατηρηθείς και στο Βυζάντιο όρος «Βασιλεύς» (Basileus) παραμένει διεθνώς γνωστός. Προς αποφυγήν παρεξηγήσεως, δεν εγκωμιάζω την κληρονομική μοναρχία· απλώς διατυπώνω μερικούς προβληματισμούς.

Εξίσου αδόκιμη καθίσταται και η αναφορά πολλών στο «αρχαίο ελληνικό πνεύμα», λες και οι πρόγονοί μας διακατείχοντο από ενιαίο τρόπο σκέψεως. Σε κάθε κοινωνία, άλλωστε, διαμορφώνονται διάφορες τάσεις και ρεύματα, που κυριαρχούν σε διαφορετικές περιόδους και συγκυρίες. Η πνευματικότητα του Πλάτωνος αντέκειτο στον υλισμό του Επικούρου. Ένεκα των ποικίλων αυτών τάσεων, ο λόγος περί μίας ενιαίας θρησκείας επίσης δεν ευσταθεί. Η Απολλώνιος ηλιακή λατρεία, με τα υψηλά της ιδανικά, ουδεμία σχέση είχε με την χαμέρπεια των Διονυσιακών τελετών και για καλή μας τύχη, δεν υπερίσχυσε η δεύτερη τάση. Σε γενικές γραμμές, η ενδότερη ιδιοσυγκρασία των αντιπαρατιθεμένων ρευμάτων εντός μίας κοινωνίας δεν αλλάζει δραστικά στην πάροδο του χρόνου. Το ρηξικέλευθο παραβατικό πνεύμα των τότε διονυσιακών και μετέπειτα των  γνωστικιστών δεν διαφέρει από τα συμπλέγματα των συγχρόνων θολοπροοδευτιστών. Η διαφορά απαντάται στο κοινωνικό σύνολο, διότι αυτό το παρακμιακό πνεύμα, το οποίο για αιώνες εθεωρείτο αιρετικό και καταστροφικό, στην εποχή μας αποτελεί καθεστώς και μάλιστα τώρα αποπειράται να αιρετικοποιήσει τον ορθοτομούντα αντίλογο. Η έννοια της πλατιάς δημοκρατίας συνδέεται με τούτες τις μεταβολές, κατά τρόπον όχι άμεσο, αλλά αντιληπτό μέσα από το ιστορικό της επιβολής της (βλ. Γαλλική Επανάσταση).

Οι άνθρωποι έρχονται και παρέρχονται, αλλά, όπως και η φύση αυτών, οι ιδέες δεν τους ακολουθούν στον τάφο. Απλώς, με το ηθικό γδύσιμο των προαγωγών τους, αυτές τυγχάνει να θάβονται για κάποιο διάστημα παραδίπλα, έως ότου ένας επίδοξος τυμβωρύχος του πνεύματος τις ανασύρει από την λησμονημένη κρύπτη της ιστορίας και αλλάξει την μόστρα τους. 

Προ της ομηρικής περιόδου, τις ελληνικές πόλεις διοικούσαν βασιλείς και, αργότερα, μία αριστοκρατία κληρονομικού χαρακτήρος, η οποία στήριζε τις εξουσιαστικές της αξιώσεις στην κατοχή γης και στρατιωτικών αξιωμάτων. Την εποχή εκείνη, στην ευρύτερη νοοτροπία των Ελλήνων κυριαρχούσε τρόπον τινά μία μορφή αξιακής και ρομαντικής ιπποσύνης, παρόμοια με το πνεύμα της φεουδαρχικής μεσαιωνικής Ευρώπης. Ο κώδικας αξιών της εποχής συνοψίζεται στα ομηρικά έπη της Ιλιάδος και της Οδυσσείας, στα οποία αντιστοίχως αναδεικνύονται η ανυπέρβλητη γενναιότητα και η πίστη σε οικογένεια και πατρίδα, υπό το πρίσμα της πολυμήχανης ελληνικής ευρυματικότητος του Οδυσσέως. Μετά τον 7ο αιώνα π.Χ. οι συνθήκες, άστινας διεμόρφωσε η διεύρυνση των αποικιών και η καθολική χρήση του νομίσματος, ευνόησαν την κατίσχυση της αστικής τάξεως. Αναπτύχθηκε ιδιαίτερα το εμπόριο και, κατ’ ακολουθίαν, οι παραδοσιακοί καλλιεργητές της γης υπονομεύθηκαν μπροστά στους μεταποιητές του χρήματος. Κατ' αυτόν τον τρόπο, παγιώθηκε μία νέα οικονομική ολιγαρχία, η οποία διεκδίκησε την εξουσία της παραδοσιακής αριστοκρατίας και, προκειμένου να το επιτύχει, χρησιμοποίησε μεθόδους λαϊκισμού, ξεσηκώνοντας τους πολίτες εναντίον της αριστοκρατικής τάξεως. Κατά συνέπεια, εμφανίσθηκαν τα νέα αυταρχικά καθεστώτα των λεγομένων «τυράννων». Κάποιοι απέβησαν συνετοί και λαοφιλείς, ενώ κάποιοι άλλοι καταχράσθηκαν την εξουσία προς περαιτέρω ίδιον πλουτισμό, προσδώσαντες στον όρο του τυράννου την αρνητική του χροιά. Μόλα ταύτα, το άνοιγμα στα ευρύτερα λαϊκά στρώματα, που ήδη είχε συντελεσθεί, οδήγησε σε εκ νέου κινήματα, τα οποία εδραίωσαν το δημοκρατικό πολίτευμα. Αυτή η διαδικασία δεν σημειώθηκε σε όλες τις πόλεις και πολλές εξ αυτών διετήρησαν το βασιλικό, αριστοκρατικό ή μεικτό πολίτευμα τους.

Στην Αθήνα, αρχικώς, η ολιγαρχική παράταξη του διαβοήτου για το ήθος του Κίμωνος κυριάρχησε πολιτικά έναντι της δημοκρατικής παρατάξεως των λαϊκιστών Εφιάλτη και Περικλέους. Σύντομα όμως ο Περικλής εξελίχθηκε στον κύριο των πραγμάτων της αθηναϊκής Δημοκρατίας και η πόλις εγνώρισε τον «χρυσούν αιώνα» της. Βασικά, η Δημοκρατία των Αθηνών απετέλεσε το πολίτευμα των σοφιστών, ήτοι των πρώτων κατ’ επάγγελμα πολιτικών, οι οποίοι παιδιόθεν εξησκούντο στην ρητορική και τις τεχνικές ετεροκατευθύνσεως της μάζας. Ήσαν στην πλειοψηφία τους αμοραλιστές, κήρυσσαν πως δεν υπάρχει αντικειμενική αλήθεια και ισχυρίζοντο ότι μπορούσαν να σου μάθουν τα πάντα επί πληρωμή. Σπουδαίες προσωπικότητες, όπως ο Σωκράτης, συγκρούσθηκαν μαζί τους και ως εκ τούτου θανατώθηκαν ή εξορίσθηκαν, πάντοτε με την συναίνεση του…ευχερώς χειραγωγουμένου δημοκρατικού όχλου (βλ. εξοστρακισμό). Σας παραπέμπω στον μαρτυρικό και άδικο μέχρι αγανακτήσεως θάνατο όντινα υπέστη ο Φωκίων –ένα κόσμημα ήθους– από την λυσσασμένη δημ(ι)οκρατική πλέμπα των Αθηνών. Μία κατάσταση που εναποθέτει στην βούληση μεγιστάνων σοφιστών και αδαών ανθρώπων την δολοφονία του Σωκράτους είναι εκτρωματική και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζεται. 

Αδιαμφισβήτητα όλα αυτά, αλλά η δημοκρατική Αθήνα δεν πρόκοψε θεαματικά ως πόλη; Κατ’ αρχάς, επί χρυσού αιώνος, την Αθήνα κυβερνούσε ο Περικλής και όχι ο λαός της. Ο Περικλής έτυχε να είναι ένας ικανός και χαρισματικός ηγέτης, ο οποίος με δημαγωγικές μεθόδους κατέστη ο απόλυτος κυρίαρχος στον δημόσιο βίο και ανέλαβε εκτεταμένες αρμοδιότητες. Εάν στην θέση του δημαγωγού βρισκόταν, φερ’ ειπείν, ο Α. Τσίπρας, η πόλη θα ερειπωνόταν και άνευ πελοποννησιακού πολέμου. Έπειτα, ο Παρθενώνας και όλα τα υπέροχα έργα της περιόδου δεν οικοδομήθηκαν επειδή ο λαός ήταν σοφός, αλλά επειδή ο Περικλής διά των συμμαχικών ταμείων είχε κατακλέψει τις μισές ελληνικές πόλεις. Αυτή είναι η αλήθεια. Άλλωστε, και το απολυταρχικό Βατικανό δημιούργησε εξαίσια έργα, απομυζώντας χρήματα πανταχόθεν. Όσον αφορά δε στον χώρο της διανοήσεως, ο Σωκράτης και ο μαθητής του ο Πλάτων ήσαν οι πλέον ενσυνείδητοι αντιδημοκράτες και πίστευαν στην Αριστοκρατία του Πνεύματος.

Συν τοις άλλοις, η «δημοκρατική» πρόοδος των Αθηνών ωφέλησε αποκλειστικώς τους Αθηναίους και κατέστρεψε την υπόλοιπη Ελλάδα. Κατόπιν των περσικών πολέμων, οι Αθηναίοι ανάγκασαν πολλές ελληνικές πόλεις να ενταχθούν σε μία ηγεμονική αμυντική συμμαχία και τις υπεχρέωσαν να καταβάλλουν κάθε χρόνο φόρους και πλοία σε ένα ταμείο, την διαχείριση του οποίου διετήρησαν οι ίδιοι. Ήτις πόλις ετόλμησε να αποχωρήση εκ της συμμαχίας κατεσφάγη υπό των Αθηναίων οπλιτών. Σε αρκετές περιπτώσεις, οι Αθηναίοι έκριναν ότι ορισμένες πλούσιες πόλεις δεν ήσαν επαρκώς «δημοκρατικές» και απεφάσισαν να τις «εκδημοκρατίσουν», καθότι ο χρυσός πρέπει να κείται μόνον σε δημοκρατικά χέρια. Σήμερον, συμπτωματικώς και μία άλλη υπερδύναμις-φορέας του εκδημοκρατισμού ακολουθεί τις ίδιες πρακτικές: οι ΗΠΑ. Παρ’ όλα αυτά, στις ανθρώπινες κοινωνίες και, γενικότερα στην φύση, κάθε δράση προκαλεί μία αντίδραση ίσου μέτρου και αντίθετης φοράς. Οι ολιγαρχικές πόλεις συνενώθηκαν υπό την πυγμή των Σπαρτιατών και διέλυσαν την Αθήνα στον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Στο τέλος, οι ολιγαρχικοί Λάκωνες επέδειξαν ανωτερότητα, σεβάστηκαν τους ηττημένους και εμπόδισαν τις συμμαχικές πόλεις, που ζητούσαν μετ’ επιτάσεως την εκ θεμελίων ισοπέδωση των Αθηνών. Οι Έλληνες διαχρονικώς κατανάλωναν τις ικανότητές των σε άσκοπες εμφύλιες συρράξεις. Την κατάσταση αυτή τερμάτισε η μοναρχική Μακεδονία υπό τους Φίλιππο και Αλέξανδρο, οι οποίοι διά της δυνάμεως των όπλων επέβαλαν την ενότητα και επεξέτειναν τον ελληνισμό στα πέρατα της οικουμένης. Για να το κατορθώσουν αυτό, χρειάστηκε να ταπεινώσουν ξανά την δημοκρατία των Αθηνών και να περιθωριοποιήσουν την εσωστρεφή Σπάρτη.

Τινές διατείνονται ότι όντως διέκριναν ορισμένα μειονεκτήματα την αθηναϊκή δημοκρατία, διότι βρισκόταν σε ένα πρώιμο στάδιο. Άλλως τε εκεί οι γυναίκες, οι κίναιδοι και οι πολλαπλάσιοι δούλοι δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα. Κατά την άποψη αυτών, η μοντέρνα έκδοση της έτι διευρυμένης στις μάζες δημοκρατίας πλεονεκτεί, ούσα διαφορετική. Ας εξετάσουμε όμως το ιστορικό επιβολής της, το οποίο δεν διαφέρει και πολύ από εκείνο της αρχαίας.

Στον μεσαίωνα κυριαρχούσε το ιερατείο, οι κάτοχοι της γης (φεουδάρχες) και η κληρονομική αριστοκρατία. Η επικράτηση του προτεσταντισμού, μετά τον 16ο αιώνα, εδραίωσε μερικές υλιστικές ιδέες στους ευρωπαϊκούς λαούς. Παράλληλα, η ανάπτυξη της αποικιοκρατίας και οι νέες αγορές επέφεραν κοσμοϊστορικές εξελίξεις και συγκεκριμένα την ενίσχυση της αστικής τάξεως και των μεταποιητών του χρήματος. Επακολούθως καλλιεργήθηκαν οι έννοιες των τραπεζικών συστημάτων και αναδύθηκε μία κάστα επιφανών τραπεζιτών, μεταξύ των οποίων δέσποσαν, ασφαλώς, και οι προαιώνιοι περιούσιοι γητευτές του χρήματος. Μπράβο τους που έχουν την ικανότητα να πλουτίζουν, αλλά δεν αρκέσθηκαν στα πλούτη και αυτό επισύρει μομφή. Η νέα γενιά μεγιστάνων επεδίωξε τον σφετερισμό της εξουσίας παραδοσιακών κοινωνικών δομών και οργανώθηκε σε μυστικές εταιρείες, όπως ο ελευθεροτεκτονισμός, οι Ιακωβίνοι και οι Ιλλουμινάτι της Βαυαρίας. Το γεγονός τούτο αναμφίβολα προσέδωσε μεταφυσικό-αποκρυφιστικό υπόβαθρο στο αντιπαραδοσιακό τους μένος. Στο υποβόσκον κίνημα πρωταγωνίστησε και ένα ποσοστό της παλαιάς εκφυλισμένης αριστοκρατίας, η οποία στην συνέχεια άλλαξε μορφές και δεν απώλεσε τα προνόμιά της. Σε ανατρεπτικές εκδηλώσεις όπως η Γαλλική Επανάσταση αναντίρρητα συνέβαλε η μασωνία. Άλλωστε, οι μασώνοι με κομπορρημοσύνη έως σήμερον επαίρονται για την Γαλλική Επανάσταση, την οποία θεωρούν δικαίως ιδικό των επίτευγμα. Έξωθεν κάθε μίας στοάς υπερηφάνως αναγράφουν το λογότυπο της εν λόγω εξεγέρσεως «Liberte Egalite Fraternite».

Συνεπώς, οι εισέτι διατυμπανιζόμενες προοδευτικές έννοιες της «ελευθερίας, της ισότητος (sic) και της αδελφοσύνης» και το κίνημα του Διαφωτισμού έχουν αποδεδειγμένα χαλκευθεί από τους επίσης αυτοκλήτους προοδευτικούς κύκλους της μασωνίας. Από τις κοινωνιολογικές ζυμώσεις του 18ου αιώνος κερδισμένοι βγήκαν άνθρωποι σαν τους Ρότσιλντ. Το ερώτημα εάν αυτοί γέννησαν τις αποκρυφιστικές αιρέσεις ή εάν εκείνες γέννησαν αυτούς μου θυμίζει το δίλημμα με το αυγό και την κότα και δεν θα ασχοληθώ με αυτό. Πάντως, στην εποχή μας, η τυπική μασωνία είναι πλήρως ελεγχόμενη άνωθεν. Εμείς οφείλουμε να συγκρατήσουμε πως την επέκταση των λαϊκών δικαιωμάτων ενάντια στην καθεστηκυία παράδοση δεν την προώθησε ο λαός, αλλά η απόκρυφη ελίτ, που συνέχισε μετά τον παγκόσμιο εκδημοκρατισμό να ασελγεί εις βάρος του. Την δρομολόγηση των εξελίξεων, βέβαια, ανέλαβαν τα ευκόλως προπαγανδιζόμενα και απελπισμένα για ένα βέλτιον μέλλον κατώτερα λαϊκά στρώματα. Όλα άρχισαν με την Γαλλική Επανάσταση, το κατ’ εξοχήν κίνημα των αστών, του οποίου την πολιτική ορθότητα ουδείς τολμά να αμφισβητήσει σήμερα. Γιατί η εν λόγω επανάσταση ουσιαστικά παγίωσε την έννοια της σύγχρονης δημοκρατίας.

Οι μασώνοι Ιακωβίνοι χρειάστηκαν χιλιάδες ανθρωποθυσίες και τόνους αίματος για να εδραιώσουν στην Γαλλία την δημοκρατία τους το 1789. Όποιος πολίτης, αγρότης, γυναίκα ή παιδί συνδέθηκε καθ’ οιονδήποτε τρόπο με τον χριστιανισμό, την παράδοση και την μοναρχία οδηγήθηκε στην λαιμητόμο. Οι πιο σκοτεινές και διεστραμμένες εκφάνσεις της ανθρωπίνης φύσεως βγήκαν στην επιφάνεια, γενόμενες καθεστώς. Το 1793 η νέα δημοκρατική βουλή της ρεπούμπλικας απεφάσισε την γενοκτονία μίας ολόκληρης επαρχίας, επειδή οι κάτοικοί της διετήρησαν την πίστη τους και αντέδρασαν. Οι 200-300.000 κάτοικοι της Βανδέας, αριθμός ασύλληπτος για τα πληθυσμιακά δεδομένα της εποχής, βρήκαν αποτρόπαιο θάνατο εμπνευσμένο από τις πλέον εφιαλτικές αφηγήσεις της κολάσεως. Κατατοπιστική είναι η αναφορά του στρατηγού Joseph Westermann στην επιτροπή δημοσίας τάξεως της βουλής:

«Ω δημοκράτες πολίτες, δεν υπάρχει πια Βανδέα. Ψόφησε υπό της ελεύθερης σπάθης μας, μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά της. Μόλις την έθαψα στους βάλτους και τα δάση της Σαβεναί. Ακολουθώντας τις διαταγές σας, συνέθλιψα τα παιδιά με τις οπλές των αλόγων και έσφαξα τις γυναίκες τους, που δεν θα γεννήσουν πια κι άλλους κατσαπλιάδες. Δεν φέρω μαζί μου αιχμαλώτους. Ισοπέδωσα τα πάντα.» (βλ A French Genocide: The Vendee, Reynald Secher, Πανεπιστήμιο του Notre Dame, 2003)

Ο παραλογισμός των επαναστατών κατήργησε μέχρι και την μέθοδο χριστιανικής χρονολογήσεως. Τα ίδια «δημοκρατικά» καμώματα επανελήφθησαν και στην Ρωσία το 1917, με την διαφορά ότι το μισθοφορικό στράτευμα των περιουσίων δεν απαρτιζόταν από αστούς (δεν υπήρχαν άλλωστε πολλοί τέτοιοι εκεί), αλλά από προλεταρίους. Οι προσδοκίες των πράγματι απελπισμένων λαών διαψεύσθηκαν και η ζωή των ιδίων επιδεινώθηκε. Στο μεσοδιάστημα όλες οι παραδοσιακές κοινωνικές δομές είχαν διαλυθεί και τις τύχες του κόσμου είχαν αναλάβει οι περιούσιοι τραπεζίτες. Έκτοτε, το μερικώς μεταβαλλόμενο πολίτευμα σε κάθε χώρα εξυπηρετεί αυτούς. Ο κατά τ’ άλλα ολετήρας Μαρξ διετύπωσε μία μεγάλη αλήθεια επί του θέματος: «εάν οι εκλογές μπορούσαν να αλλάξουν τα πράγματα, απλά δεν θα επιτρέπονταν». Αρκετά έγραψα εγώ· τώρα παραδίδω την σκυτάλη της αφηγήσεως στον Ιωάννη Μεταξά, με την παράθεση κειμένου του 1940 από το προσωπικό του ημερολόγιο:

«Αυτή λοιπόν η Δημοκρατία –η Democracy– είναι το παιδί του Καπιταλισμού. Είναι το όργανο με το οποίο ο Καπιταλισμός κυριαρχεί επάνω στη λαϊκή μάζα. Είναι το όργανο με το οποίο κατορθώνει ο Καπιταλισμός να παριστάνει τη θέλησή του ως τη λαϊκή θέληση. Αυτό το είδος της Δημοκρατίας χρειάζεται εκλογές καθολικής μυστικής ψηφοφορίας, άρα οργανωμένα κόμματα, και συνεπώς μεγάλα κεφάλαια. Χρειάζεται για τον ίδιο λόγο εφημερίδες, άρα μεγάλα κεφάλαια. Χρειάζεται εκλογική οργάνωση κάθε φορά και εκλογικούς αγώνες, άρα χρήματα. Και τόσα άλλα που απαιτούν κεφάλαια.

Επομένως, μόνον οι κάτοχοι του μεγάλου κεφαλαίου ή τα όργανά τους μπορούν να κάνουν τέτοιους αγώνες. Όταν δε έχει κανείς τις εφημερίδες τότε μορφώνει και την κοινή γνώμη όπως θέλει. Κι αν ακόμη υπερασπίζεται πράγματα που γυμνά θα τα απεστρέφετο ο λαός, τα σκεπάζει με τέτοια δημοσιογραφικά ρούχα ώστε να τα καταπίνει ο λαός. Ή και αν δεν τα καταπίνει, βάζει τις εφημερίδες να γράφουν πως τα κατάπιε. Και τότε ο καθένας πιστεύει ότι όλοι οι άλλοι τα κατάπιαν. Και υποτάσσεται και αυτός. Λοιπόν, η Δημοκρατία είναι το μονογενές και γνήσιον παιδί του Καπιταλισμού και το όργανό του που επιβάλλει τη θέλησή του κάνοντάς την να φαίνεται ως η λαϊκή θέληση. Από την άλλη μεριά ο Καπιταλισμός, για να συσσωρεύσει τα κεφάλαια στα χέρια που τον εκπροσωπούν, και να κάνει όλον τον άλλο κόσμο σκλάβους του – μα σκλάβους που να νομίζουν πως είναι ελεύθεροι – έχει ανάγκη της ελευθερίας οικονομίας και του περιορισμού του Κράτους από κάθε επέμβαση εις την οικονομία. Και αν πάλι που και που χρειάζεται καμιά επεμβασούλα, πάλι πρέπει η μηχανή του κράτους να είναι στα χέρια του, ώστε η επέμβαση, πάντα όσον το δυνατόν μικρότερη, να είναι πάντα προς όφελός του…»

Ο κοινοβουλευτισμός (δηλαδή η καθιερωμένη πλέον έκφανση της δημοκρατίας) και η πλουτοκρατία είναι λοιπόν έννοιες θεμελιωδώς αλληλένδετες. Ο δημοκράτης κοινοβουλευτικός μένει απηλλαγμένος από την βαρύτατη ευθύνη των προσωπικών επιλογών του απολυτάρχου· κρύβεται επιμελώς κάτω από τα ευρύχωρα φουστάνια της κατευθυνόμενης πλειοψηφίας, της «κομματικής γραμμής» ή των «ευεργεσιών» τινός γενναιοδώρου χορηγού. Μεγαλεπήβολο όραμά του δεν συνιστά η –δύσκολη εντός τετραετίας– παραγωγή θετικού έργου, αλλά η κολακεία της μαζικής και της ελιτίστικης πλέμπας.

Όσοι ακόμη χαίρονται, γιατί ζουν σε ένα ευνομούμενο δημοκρατικό κράτος δικαίου, ας αναλογισθούν τα καθέκαστα: Ηρωτήθητε σε εκλογές για την κατάληψη της γειτονιάς σας από λαθρομετανάστες και παραβατικά στοιχεία; Ηρωτήθητε για την ανέγερση τζαμιών –και όχι εκκλησιών– με τους φόρους, που με τόσες θυσίες πληρώνετε; Ηρωτήθητε ποτέ διά τον χαρακτηρισμόν της μικρασιατικής καταστροφής ως «συνωστισμού» σε σχολικά βιβλία; Ηρωτήθητε από τον Δήμο για την -με τις δικές σας εισφορές- διοργάνωση ανωμάλων φεστιβάλ gay pride έμπροσθεν των παιδιών σας; Ηρωτήθητε για την απαγόρευση αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες; Πολύ πιθανόν, αλλά οι δημοκρατικοί ηγέτες σας αγνόησαν. Ηρωτήθητε για την επιβολή των μνημονίων; Ναι, δώσατε την απάντησή σας σε ένα δημοψήφισμα (2015), αλλά οι δημοκρατικοί ηγέτες –τους οποίους ίσως επανεκλέξετε– σας αγνόησαν και πάλι.

Παραβλέπων τους εκάστοτε παρεκτρεπομένους ηγήτορες, παραδέχομαι πως το πολίτευμα της Δημοκρατίας είναι δίκαιο, τουλάχιστον για το 50,1% του συνόλου. Ο λαός ανταμείβεται για τις σοφές του επιλογές και πληρώνει για τις βλακώδεις. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ο αντίκτυπος είναι αναπόφευκτος, σίγουρα αισθητός και ενίοτε παραδίδει το προϊόν της αποφάσεως με τόκους. Η αδέκαστη δικαιοσύνη, αν και δεν μας συμφέρει πάντοτε, αποτελεί ζητούμενο σε ένα πολίτευμα. Η δημοκρατία, όπως και όλα τα συστήματα, στην θεωρία δείχνει λειτουργικό και ιδανικό, εφόσον αξιοποιείται από συνετούς και πεπαιδευμένους πολίτες. Παρά ταύτα, οι συγκυρίες όπου η θεωρία ταυτίσθηκε με την πραγματικότητα ήσαν ελάχιστες. Ως εκ τούτου, παρουσιαζόταν πολύ συχνά το φαινόμενο της οχλοκρατίας. Ενδέχεται τα χαρακτηριστικά ελαττώματα και η απείθαρχη ιδιοσυγκρασία των Ελλήνων να δυσχεραίνει περισσότερο την σωστή εφαρμογή ενός τέτοιου πολιτεύματος. Η Ελλάς στην νεώτερη ιστορία της σε τρεις μόνον περιστάσεις εγνώρισε προκοπή· σε καμία από δαύτες δεν επικρατούσε η δημοκρατία.

Καθ’ όλην την διάρκεια της ιστορίας, οι διάφορες υποκινούμενες δημοκρατίες απετέλεσαν απλώς ένα μεταβατικό στάδιο. Όποτε οι υποκινητές το κρίνουν απαραίτητο, δύνανται να ξηλώσουν τον μανδύα, επιβάλλοντες ένα νέο αποδοτικότερο και πιθανώς πιο ολοκληρωτικό σύστημα. Στα «Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιων» εντοπίζονται ενδιαφέρουσες πληροφορίες επ’ αυτού. Μολονότι πολλοί θεωρούν τα Πρωτόκολλα πλαστογράφημα, αποτελούν ένα ιστορικό κείμενο των αρχών του 20ου αιώνος. Είτε συνετάχθησαν από σιωνιστές τραπεζίτες είτε από «τσαρικές υπηρεσίες», μεγάλο μέρος των γραφομένων τους έχει έως σήμερον υλοποιηθεί. Διαβάστε τα και έπειτα αξιολογήστε τα.


Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑ

Η φράση: «Πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού» σήμερα κοσμεί τα πλείστα ελληνόφωνα πολιτικά εγχειρίδια. Κάπως έτσι, άλλωστε, ο Καραμανλής δικαιολόγησε την προδοσία της Κύπρου και ο ψευδοαντισυστημικός Τσίπρας την επιβολή μνημονίων. Εάν όμως η πολιτική σημαίνει την επιδίωξη του εφικτού, μπορεί να ασκηθεί από τον οιονδήποτε πολίτη. Κατά συνέπεια, τί χρείαν έχομεν πολιτικών; Ποιος λοιπόν ο λόγος να τρέφουμε 300 άεργους κηφήνες με 7 αφορολόγητα χιλιάρικα μηνιαίως όχι απλώς για να εφαρμόζουν το εφικτό, αλλά και για να επιτυγχάνουν απίστευτες και εκ των προτέρων ανέφικτες καταστροφές;

Από αρχαιοτάτων χρόνων, η Πολιτική δεν σήμαινε την τέχνη του εφικτού αλλά του ανεφίκτου ή, ορθότερα, την τεχνική μετατροπής μίας ανέφικτης ιδέας σε εφικτή. Είναι εν τέλει η τέχνη υλοποιήσεως ιδεών. Η πολιτική αποτελεί έννοια αλληλένδετη με την διπλωματία και έχει ως σκοπό την προς το συμφέρον της υποστηριζομένης πλευράς διευθέτηση σχέσεων και καταστάσεων, οι οποίες μπορεί να αφορούν τον κόσμο, μία χώρα, μία κοινωνία ή ένα απλό νοικοκυριό. Θεωρητικά, οι πάντες δύνανται να επιχειρήσουν την άσκηση πολιτικής, ολίγων όμως οι προσπάθειες θα τελεσφορήσουν. Έχει μεγάλη σημασία ποιος ασκεί την πολιτική. Ένας πλουτοκράτης, χρηματοδοτών προς ίδια συμφέροντα μία πολιτική εκστρατεία, ασκεί καλλίτερα την πολιτική από την εκάστοτε μαριονέτα-τηλεπερσόνα που επιλέγει διά να ηγηθεί φαινομενικώς αυτής. Στις μέρες μας, οι πλείονες προβεβλημένοι βο(υ)λευτές–πολιτικάντηδες είναι απλές τηλεπερσόνες και μάλιστα βουτηγμένες πατόκορφα μέσα στην βρωμιά και τα σκάνδαλα, έτσι ώστε να ελέγχονται ευκολότερα υπό την απειλή αποκαλύψεως αυτών. Υπάρχουν άραγε ηθικοί φραγμοί στην πολιτική ή μέσω αυτής ενσαρκώνεται η απόλυτη μακιαβελική χρησιμοθηρία; Δεν δύναμαι προς το παρόν να απαντήσω. Εξ’ άλλου, η πολιτική εκ των πραγμάτων δεν αποτελεί υπόθεση διαφανή. Πάντως, η διπλωματική ευρηματικότητα δεν αποκλείει την εντιμότητα σε προσωπικό επίπεδο. Ο Καποδίστριας, φερ’ ειπείν, απετέλεσε πρότυπο πολιτικού και συνάμα ανθρώπου. Η έκφραση του ρητού «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» σχεδόν ποτέ δεν υποκρύπτει καλοπροαίρετες διαθέσεις. Το ρητό ισχύει σε ορισμένο βαθμό και σε πολύ συγκεκριμένες περιστάσεις. Το ανέκαθεν ζητούμενο πρότυπο πολιτικού συνδυάζει την οξυδέρκεια και την ανιδιοτέλεια· ωστόσο υιοθετείται λίαν σπανίως. Ένα ιδανικό πολίτευμα πρέπει να επιδιώκει την κυριαρχία τέτοιων πολιτικών. Δυστυχώς, αυτή δεν θα είναι εύκολη αποστολή, καθώς, σήμερα, ο υλισμός και η οικονομία ποδηγετούν την πολιτική.

Προηγουμένως, απορρίψαμε το πολίτευμα της δημοκρατίας. Πίσω από κάθε μεγάλο θρίαμβο του ελληνισμού βρισκόταν ένας ηχηρός Ηγέτης, ο οποίος, αφότου δίχως πολλά χάδια συνένωνε τους εκ φύσεως εριστικούς Έλληνες, μεγαλουργούσε. Εν τούτοις, η δικτατορία, η απολυταρχία του ενός, δεν αποτελεί πολίτευμα και είναι ριψοκίνδυνη. Ένα τέτοιο πολιτειακό μοντέλο βασίζεται στην τύχη, διότι ουδείς γνωρίζει εκ των προτέρων το ποιόν του ηγεμόνος. Δικτάτωρ ήτο ο Καποδίστριας, δικτάτωρ ήτο και ο Στάλιν. Περισσότερο κλίνω σε ένα πολίτευμα σαν το σπαρτιατικό και το ρωμαϊκό, όπου την εξουσία ασκεί μία συγκροτημένη αριστοκρατική τάξη. Στην αρχαία Ρώμη υπήρχε και το αξίωμα των δύο δικτατόρων, στους οποίους παρεχωρούντο όλες οι εξουσίες σε περιόδους γενικευμένης κρίσεως, προς αποφυγήν της κωλυσιεργίας της πολυφωνίας. Και αυτός ο θεσμός ήταν σοφός. Βέβαια, το ιδανικό της τέλειας Πολιτείας έχει αποκρυσταλλώσει καλλίτερα απ’ όλους ο Πλάτων, τουλάχιστον σε θεωρητικό επίπεδο. Στόχο μας αποτελεί η παγίωση μίας αριστοκρατίας του πνεύματος και όχι της κατά τα μεσαιωνικά πρότυπα κενής αντικειμενικών κριτηρίων αριστοκρατίας του αίματος. Η τελευταία ίσως να προκύψει κατόπιν της επί αιώνες κυριαρχίας και αναπαραγωγής της πρώτης. Όπως είπε και ο Πλάτων, επιζητούμε φιλοσόφους–ηγέτες, οι οποίοι θα παιδαγωγούν τον λαό και δεν θα τον εκμεταλλεύονται, μήτε και θα γίνονται ουρά των θυμοειδών του ορέξεων.

Θα επιχειρήσω ακολούθως να προσεγγίσω τρόπον τινά την έννοια του ιδανικού πολιτεύματος. Στην κορυφή της ιεραρχίας θα μπορούσε να βρίσκεται ένα σώμα π.χ. 3000 πολιτών, οι οποίοι θα συγκροτούν την πνευματική αφρόκρεμα του τόπου. Η ένταξη σε αυτό το σώμα θα εγκρίνεται από την ολομέλειά του και θα προϋποθέτει την έμπρακτη απόδειξη υψηλού iq, γενικής και ειδικής φύσεως γνώσεων και, πρωτίστως, παραδειγματικού ήθους, μέσα από μία δεκαετία συνεχών δοκιμασιών. Κατόπιν αυτών δεν θεωρώ τους ηλικιακούς περιορισμούς απαραιτήτους, αν και ένα λογικό εύρος θα κυμαινόταν μεταξύ 30 και 85 ετών. Για την εφαρμογή μίας αποφάσεως θα απαιτείται η συναίνεση τουλάχιστον των 2/3 του σώματος. Ειδάλλως, η εκάστοτε εκλογική διαδικασία θα επαναλαμβάνεται ή η πρόταση θα τροποποιείται. Η εκτελεστική, η νομοθετική και η δικαστική εξουσία θα ασκείται από ειδικές επιτροπές επαϊόντων του σώματος.

Το σώμα των Αρίστων θα επιλέγει από τα μέλη του έναν υποψήφιο Ηγεμόνα, τον οποίον στην συνέχεια θα καλείται διά καθολικών εκλογών να εγκρίνει ή να απορρίψει ο λαός (*η απόρριψη θα σημαίνει την πρόταση διαφορετικού υποψηφίου). Ο Ηγεμών θα δικαιούται να κυβερνά μέχρις ότου εγκριθεί από το Σώμα πρόταση μομφής εναντίον του, οπόταν η διαδικασία εκλογής θα επαναληφθεί με άλλον υποψήφιο. Θα δικαιούται επίσης να επιλέξει από τα μέλη του Σώματος ένα κατά προτίμηση μη συγγενικό του πρόσωπο για διάδοχο, επιλογή η οποία θα χρειασθεί πάλιν την έγκριση του Σώματος. Σε περιόδους κρίσεως, ο Ηγεμών θα συνεπικουρείται από ακόμη δύο συνάρχοντες και θα λαμβάνει υπερεξουσίες από το Σώμα. Πώς όμως θα αποφευχθεί ο εκφυλισμός των Αρίστων από την τόση εξουσία και η τυχόν εξυπηρέτηση ιδιοτελών συμφερόντων; Την απάντηση στο καίριο αυτό ερώτημα μας έδωσε ο Πλάτων. Οι Άριστοι δεν θα αμείβονται με παχυλούς μισθούς, θα τους εξασφαλίζονται τα προς το ζην και, γενικώς, θα υποχρεούνται να διάγουν έναν λιτό βίο, για τον οποίον θα υπόκεινται σε διαρκή έλεγχο από τις ιδικές των επιτροπές, τον Ηγεμόνα και κατώτερες εξουσίες. Λίγοι λαϊκοί θα προτιμήσουν έναν τέτοιο ασκητικό βίο μεστό ευθυνών και αυτοί θα είναι οι πλέον άξιοι να κυβερνήσουν.

Στην κοινωνία και την οικονομία θα επικρατεί έντονος παρεμβατισμός υπό του σώματος των αρίστων, αλλά θα υπάρχουν περιθώρια ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Πολλή έμφαση θα δοθεί στον θεσμό της Παιδείας. Επιπλέον, οι αρχηγοί του στρατού θα προέρχονται από αρμόδια μέλη του Σώματος. Τα δε ΜΜΕ θα υφίστανται καθ’ εκάστην ημέραν αυστηρό έλεγχο για την ποιότητα και την φύση των υπηρεσιών τους. Όσοι κατηγορήσουν το νέο καθεστώς για ανελευθερία θα είναι ελεύθεροι να εγκαταλείψουν την χώρα προς αναζήτηση μίας κοινωνίας της αρεσκείας των, όχι όμως και να διαβρώσουν περαιτέρω με έμμεσες ή άμεσες μεθόδους τον εντεύθεν κοινωνικό ιστό.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου